Επίκαιρα
Κυριακή ΙZ΄Ματθαίου – Το παράδειγμα της Χαναναίας
Κυριακή ΙΕ΄ Λουκά (Ζακχαίου)
«Ιδού τα ημίση των υπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοις πτωχοίς και εί τινός τι εσυκοφάντησα, αποδίδωμι τετραπλούν». Ο Κύριος, αγαπητοί μου αδελφοί, στη σημερινή ευαγγελική περικοπή, μπαίνει στην Ιεριχώ και περνά μέσα από την πόλη. Εκεί υπήρχε κάποιος που το όνομά του ήταν Ζακχαίος. Αυτός ήταν αρχιτελώνης και ήταν αρκετά πλούσιος. Και προσπαθούσε να δεί ποιος είναι ο Κύριος, δεν μπορούσε όμως εξαιτίας του πλήθους και το χειρότερο γιατί ήταν μικρόσωμος. Έτρεξε, λοιπόν, μπροστά, πριν από το πλήθος και ανέβηκε πάνω σε μια συκομορέα για να Τον δει επειδή θα περνούσε από το σημείο εκείνο. Όταν ο Κύριος έφτασε εκεί, κοίταξε προς τα πάνω, τον βλέπει και του λέει: «Ζακχαίε, κατέβα γρήγορα γιατί σήμερα πρέπει να μείνω στο σπίτι σου». Εκείνος ανταποκρίνεται αμέσως, κατεβαίνει από τη συκομορέα και Τον υποδέχεται με χαρά. Οι παρευρισκόμενοι, που τα βλέπουν αυτά, διαμαρτύρονται και λένε ότι πήγε να μείνει στο σπίτι ενός αμαρτωλού. Τότε ο Ζακχαίος σηκώνεται και λέει στον Κύριο: «Κύριε, υπόσχομαι να δώσω τα μισά από τα υπάρχοντά μου στους φτωχούς και να ανταποδώσω στο τετραπλάσιο, όσα έχω πάρει με απάτη». Το παράδειγμα αυτό της μετάνοιας του Ζακχαίου, μας δίνει σήμερα τα στοιχεία της αληθινής μετάνοιας. Κι επειδή σε αυτόν τον κόσμο, όλοι έχουμε την ανάγκη της μετάνοιας προκειμένου να πετύχουμε τη σωτηρία μας, καλό είναι να δούμε κι εμείς σήμερα, ποια είναι αυτά τα στοιχεία της. Το πρώτο στοιχείο είναι η συναίσθηση και η ομολογία μας ότι είμαστε αμαρτωλοί και ένοχοι μπροστά στον Θεό. Και αυτά τα λόγια του Ζακχαίου δεν είναι τίποτε άλλο παρά επίσημη δήλωση ότι είναι αμαρτωλός, δήλωση που δεν γίνεται μόνο ενώπιον του Κυρίου, αλλά και ενώπιον όλων εκείνων, που ήσαν παρόντες στο σπίτι του. Δήλωση επίσημη, για την οποία στέκεται όρθιος ενώπιον του Κυρίου και την κάμνει με σοβαρότητα και παρρησία. Και τούτο είναι εντελώς φυσικό. Γιατί όποιος αληθινά μετανοεί, αισθάνεται την ανάγκη να ομολογεί τις αμαρτίες του. Γι’ αυτό και εμείς με τη σειρά μας καλούμαστε να κάνουμε αυτό ενώπιον του πνευματικού μας, όπως καθόρισε αυτό ο Κύριος και η Αγία Του Εκκλησία. Και αποτελεί αυτό, δηλαδή η εξομολόγησή μας, στοιχείο απαραίτητο αληθινής μετάνοιας. Γιατί με την εξομολόγηση ομολογούμε τις αμαρτίες, τα πάθη και τις ενοχές μας, ζητούμε το έλεος του Θεού και με αυτό τον τρόπο λαμβάνουμε συγχρόνως και την άφεση των αμαρτιών μας από τον Κύριο. Το δεύτερο στοιχείο της αληθινής μετάνοιας είναι η διόρθωση των σφαλμάτων και λαθών όπως το έκαμε και πάλιν με τόση αυστηρότητα ο Ζακχαίος. Η διόρθωση αυτή των σφαλμάτων και των λαθών, που εκάμαμε, δείχνει ακριβώς αν έχουμε πράγματι μετανοήσει. Αξιόλογα για το θέμα αυτό, είναι τα λόγια του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, που σήμερα γιορτάζουμε την ανακομιδή των Λειψάνων του. «Αν αμαρτήσουμε», μας λέει, «αρπάζοντας χρήματα, να εξιλεωθούμε ενώπιον του Θεού δια χρημάτων, δίνοντας πίσω τα αρπαγέντα. Αν αμαρτήσουμε με την γλώσσα, δηλαδή με υβρισίες και ειρωνείες κ.α, μπορούμε να εξιλεωθούμε με τις προσευχές, λέγοντας καλά λόγια για όσους μας ειρωνεύονται, να πλέκουμε εγκώμια σε όσους μας κακολογούν και να ευχαριστούμε όλους όσους μας αδικούν». Κι εδώ, γενικά μπορούμε να προσθέσουμε σαν τέτοια έργα της μετάνοιας, την απόρριψη του κακού, που ως τότε είχαμε και την αντικατάστασή του από την αντίστοιχη αρετή. Οι άσωτοι που μετανόησαν, να καλλιεργούν την αγνότητα. Οι μέθυσοι την εγκράτεια. Οι μνησίκακοι την συγχωρητικότητα. Αν εβλάψαμε τους συνανθρώπους μας, όπως συνέβη με τον Ζακχαίο, τότε έχουμε καθήκον να επανορθώσουμε οπωσδήποτε το κακό. Αν δεν πράξουμε αυτό η μετάνοιά μας δεν θα είναι αληθινή και ο Άγιος Θεός δεν θα μας συγχωρέσει. Το τρίτο στοιχείο της αληθινής μετάνοιας είναι η ελεημοσύνη, η προσφορά δηλαδή της αγάπης με κάθε τρόπο, προς τους συνανθρώπους μας, που βρίσκονται σε κάποια ανάγκη. Εδώ και πάλιν είναι πολύ χαρακτηριστική η στάση του Ζακχαίου, που δίνει την μισή περιουσία του στους φτωχούς. Αυτό σημαίνει ότι εκεί που υπάρχει ειλικρινής μετάνοια, εκεί η ψυχή του ανθρώπου μαλακώνει. Είναι χαρακτηριστικά τα όσα μας λέει για το θέμα αυτό και πάλιν ο ιερός Χρυσόστομος, ότι «δια της ελεημοσύνης, της αγάπης το φυτόν τρέφεται». Και να ξέρουμε πάντοτε ότι η ελεημοσύνη γίνεται όχι μόνο με χρήματα, αλλά και με λόγους παρηγοριάς και ενίσχυσης, με μια θεάρεστη συμβουλή, με το κήρυγμα της πίστης και με οποιονδήποτε άλλο τρόπο μπορούμε να βοηθήσουμε κάποιον που βρίσκεται σε δύσκολη θέση. Με όλα αυτά εκείνος που μετανοεί θέλει να σβήσει το κακό παρελθόν του και να γίνει άνθρωπος του Θεού, που είναι αγάπη. Παράδειγμά μας θα πρέπει να είναι πάντοτε και ο απόστολος Παύλος. Η αληθινή μετάνοιά του έκαμε την σκληρή καρδιά του τόσο τρυφερή, που αισθάνθηκε την ανάγκη το υπόλοιπο της ζωής του να ζει και να εργάζεται με αγάπη και προσφορά υπέρ των άλλων ανθρώπων. Όπως και τότε, έτσι και σήμερα, ο Κύριος μάς δέχεται όλους με καλοσύνη. Όποιοι και να είμαστε από τη στιγμή που ειλικρινά θέλουμε να Τον πλησιάσουμε και να Τον γνωρίσουμε, ο Ιησούς πάντα μας δέχεται με συμπάθεια. Δεν διώχνει κανένα. Δεν αφήνει κανένα χωρίς να εκπληρώσει τον πόθο του. Στην Εκκλησία Του μας δέχεται όλους, γιατί όλους θέλει να μας σώσει. Όλους μας αγαπά και θέλει την σωτηρία μας έστω και αν είμαστε αμαρτωλοί. Τόσο μάλιστα μας αγάπησε και μας αγαπά, ώστε όταν ακόμα ήμασταν γεμάτοι αμαρτίες, ο Χριστός πέθανε για μας. Κι ο θάνατός Του εκείνος έχει τη δύναμη να σώζει πάντοτε τον κάθε αμαρτωλό, που καταφεύγει σ’ Αυτόν και ζητά τη σωτηρία του. Βέβαια, χρειάζεται πάντοτε να υπάρχει ένα στοιχείο απαραίτητο για να μας δώσει ο Κύριος την σωτηρία. Και αυτό είναι η μετάνοια. Η έμπρακτη λοιπόν μετάνοια και όχι μόνο τα λόγια της μετάνοιας αλλά αυτά τα έργα είναι που φανερώνουν τη μετάνοια, την άρνηση δηλαδή της παλιάς ζωής. Κι αν στη ζωή μας αδικήσαμε άλλους, θα πρέπει να σπεύσουμε να διορθώσουμε τις αδικίες μας και να αλλάξουμε έτσι τρόπο ζωής. Και στο μέλλον να ζήσουμε ζωή σωφροσύνης, σεμνότητος, ευσεβείας και φόβου Θεού. Κι επειδή όλοι έχουμε ανάγκη μετάνοιας, καλούμαστε να ελέγξουμε τους εαυτούς μας αν έχουμε αληθινή μετάνοια, όπως την θέλει ο Θεός, για να διορθώσουμε ότι μας λείπει. Για να κερδίσουμε έτσι την αιώνια σωτηρία, τη Βασιλεία του Θεού. Αδελφοί μου! Σήμερα ο αρχιτελώνης Ζακχαίος μας δίνει υπόδειγμα μετάνοιας, με όλα τα αληθινά της χαρακτηριστικά. Το συμπέρασμα είναι ότι η αληθινή μετάνοια μπορεί να αλλάξει τα πάντα. Τον άδικο τον κάνει άγιο, τον υλιστή θεόφρονα, τον κλέφτη ελεήμονα και τον διδάσκαλο της αδικίας μαθητή του Χριστού. Ας μας παραδειγματίσει, λοιπόν, και εμάς η μετάνοια αυτή του Ζακχαίου και ας μας φιλοτιμήσει ν’ αλλάξουμε ζωή όχι με λόγια, αλλά με έργα πραγματικής μετάνοιας και αγάπης. |
Κυριακή ΙΒ΄Λουκά. Των δέκα λεπρών
ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Κάθε μέρα, κάθε στιγμὴ, ο Χριστὸς μας εγγίζει περνώντας δίπλα μας μήπως δει και ακούσει αν κάποιος Τoν αναζητεί. Άλλωστε, ένα πράγμα Τον ξεκουράζει, να παίρνει πάνω του τα βάρη των ανθρώπων, μία χαρὰ έχει, να δίνει χαρά. Και εμείς, σαν παιδιὰ του Θεού, γνωρίζουμε πως όταν σπεύδει να μας ακούσει ή όταν μακροθυμώντας φαίνεται σαν να μην ακούει, με όλα τούτα κατεργάζεται τη σωτηρία μας. Στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα ο Χριστός ευεργετεί θεραπεύοντας μια ομάδα δέκα ανθρώπων, που η κοινωνία είχε περιθωριοποιήσει λόγω της λέπρας. Το θαύμα της θεραπείας των δέκα λεπρών έγινε, γιατί οι άνθρωποι εκείνοι, αποκλεισμένοι από κάθε ανθρώπινη βοήθεια και συμπαράσταση, εναπόθεσαν όλες τις ελπίδες στον Κύριο. «Ιησού επιστάτα, ελέησον ημάς», φωνάζουν. Ο Κύριος, φιλεύσπλαχνος και ελεήμων, ανταποκρίνεται στις παρακλήσεις τους και τους θεραπεύει επανεντάσσοντάς τους στην κοινωνία, στέλνοντάς τους σε εκείνους που, κατά το Νόμο, επιβεβαίωναν την αποκατάσταση της συγκεκριμένης αρρώστιας, στους ιερείς. ΤΟ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ ΠΟΥ ΕΝΩΝΕΙ: Ο ένας από τους λεπρούς, αυτός που τελικά έδειξε και την ευγνωμοσύνη του, ήταν Σαμαρείτης. Οι Σαμαρείτες θεωρούνταν από τους Ιουδαίους ακάθαρτοι και αιρετικοί. Κι’ όμως οι δέκα αυτοί άνθρωποι είναι μαζί όταν συναντάνε το Χριστό παρά τις διαφορές τους. Τους ενώνει η αρρώστια και η κοινωνική απόρριψη! Η λέπρα ήταν για τους Εβραίους σημάδι αμαρτίας και τιμωρίας και ο λεπρός απόβλητος, μέχρι να θεραπευθεί. Γι’ αυτό και όταν αντιλαμβάνονται το Χριστό, στέκονται «πόρρωθεν», εκεί που τους είχε θέσει η “καθαρή” κοινωνία. Κι ενώ η λέπρα συνέδεε αυτούς τους δέκα άνδρες, η πίστη τους φέρνει ακόμη πιο κοντά. Μια πίστη που ενισχύθηκε απ’ όσα είχαν ακούσει για το Χριστό και τροφοδότησε την ελπίδα να επιστρέψουν υγιείς στις οικογενειές τους. ΝΟΜΟΣ ΚΑΙ ΠΙΣΤΗ: Τους θεραπεύει όμως μ’ ένα περίεργο τρόπο. Τους στέλνει στους ιερείς του Ισραήλ που ήταν αρμόδιοι για να βεβαιώσουν τον καθαρισμό τους. Με τη μικρή αυτή υπακοή, τους ζητάει να κάνουν πράξη την πίστη που φανέρωσαν. Συγχρόνως στέλνει κι’ ένα διττό μήνυμα στο ιερατείο: ότι ο Ίδιος σέβεται το μωσαϊκό νόμο και ότι ο νόμος δεν έχει μπορεί να σώσει! Κι αυτό γιατί ο νόμος έχει μέσα του τη δουλεία στην αμαρτία, ενώ η σώζουσα πίστη, ανοίγει δρόμο για την ελευθερία και τη μετάνοια. Αυτή η πίστη επιτρέπει τη δράση της θαυματουργικής ενέργειας του Θεού. Οι δέκα υπακούουν στην εντολή του Ιησού και η πίστη τους φέρνει την ανάλογη καρποφορία. Όπως πηγαίνουν προς τους ιερείς, καθαρίζονται! Εκείνο που μας εντυπωσιάζει είναι η ευκολία με την οποία οι εννέα, καθαροί πια από τη λέπρα, λησμόνησαν Εκείνον που τους ευεργέτησε, επικαλούμενοι ίσως διατάξεις περί καθαρμών και δεν επιστρέφουν να Τον ευχαριστήσουν. Αδημονώντας, ίσως, για την επίσημη αναγνώριση από το ιερατείο, απορρίπτουν Αυτόν που δεν τους απέκλεισε από την αγάπη του και τους θεράπευσε. Βέβαια θα συνειδητοποίησαν ακόμη ότι ο Χριστός δεν ήταν αγαπητός στο καταστημένο της εποχής, το οποίο δεν ήθελαν να δυσαρεστήσουν. Ακόμη, οι ρόλοι τώρα αντεστράφησαν. Οι εννέα, χθεσινά θύματα του νόμου, τώρα αναπαράγουν τη συμπεριφορά του θύτη. Αυτοί που υφίσταντο διωγμούς και αποκλεισμό, με τη σειρά τους αρνούνται να παραδεχθούν, ότι στο παρελθόν υπήρξαν οι ίδιοι περιφρονημένοι και ασθενείς. Έτσι εξηγείται γιατί τόσο γρήγορα ξεχνούν τι έκανε γι’ αυτούς ο Θεός, και πόσο φέρονται σκληρά σ΄ εκείνους που χαρακτηρίζονται περιθωριακοί. Ανήκουν τώρα κι’ αυτοί στους «καθώς πρέπει» και τους «καθαρούς»! Καὶ ξαναμπαίνουν στους ίδιους κύκλους ψευτιάς και αλαζονείας, λησμονώντας την πηγή της ζωής, τον Κύριο. Συνεπώς οι εννέα δείχνουν να μη διδάχθηκαν τίποτε. Αισθάνονται ταπεινωτικά να επιστρέψουν εκεί απ’ όπου ξεκίνησαν, μειωτικά να παραδεχθούν ότι ήταν άρρωστοι και ότι θεραπεύθηκαν με τη δύναμη του Θεού. Κι’ αντί να φανούν μεγαλόψυχα ευγνώμονες, κατάντησαν μικρόψυχα αχάριστοι. Αρνήθηκαν να γευθούν το μυστήριο της ανθρώπινης ευχαριστίας και τη χαρά της θαυματουργικής αποκατάστασης. ΚΙ Ο ΣΑΜΑΡΕΙΤΗΣ: Ένας όμως απ’ αυτούς επιστρέφει για να τον ευχαριστήσει. Δεν πάει στους δικούς του ιερείς, ξανάρχεται στον Ιησού, ενώ τον χωρίζουν εθνικές και θρησκευτικές διαφορές. Επιστρέφει ευγνωμονών με πίστη ανιδιοτελή, έμπλεη αγάπης. Μπορεί η κοινωνία να του στέρησε πολλά αποκλείοντας τον από τη φυσιολογική ανθρώπινη ζωή, μα δεν έχασε την ανθρωπιά του, τη δυνατότητα να δημιουργεί δεσμούς, να ξεπερνάει φόβο και ανάγκη. Έτσι ξεπερνάει εγωισμούς και ντροπές, βάζει σε δεύτερη μοίρα την «αξιοπρέπεια του» και τη γνώμη των άλλων για το πρόσωπο του. Ήταν, δις αποκλεισμένος από τους συνανθρώπους του, και για την καταγωγή του και για το κατάντημα του. Γίνεται δύο φορές αποκαταστημένος: και ως προς την υγεία του και ως προς τη νέα σωτηριώδη σχέση του με τον Κύριο. Κι’ εδώ έγκειται η μέγιστη θεραπεία που προσφέρει ο Χριστός. Την αποκατάσταση των σχέσεων μας με το Θεό. Όμως, δεν φτάνει να αφαιρέσει ο Χριστός την ασθένεια ή τις αμαρτίες. Χρειάζεται κι εμείς να υγιαίνουμε εν αυτώ και να ζούμε σε κοινωνία μαζί Του. Δεν αρκεί να καλυπτόμαστε πίσω από μια ¨δήθεν” πίστη, πρέπει η πίστη να συνοδεύεται από αυθεντικό τρόπο ζωής εν Χριστώ. Παρά το γεγονός της θεραπείας και της κοινωνικής αποκατάστασης και των δέκα, μόνο ένας εξ αυτών εκφράζει την ευγνωμοσύνη του, προς τον ευεργέτη του, δίδοντας την ευκαιρία στο Χριστό να επαινέσει τη συμπεριφορά του ενός και να επικρίνει την αχαριστία των άλλων εννέα. «Ουχί οι δέκα εκαθαρίσθησαν; Οι δε εννέα πού; Ουχ ευρέθησαν υποστρέψαντες δούναι δόξαν τω Θεώ, ει μη ο αλλογενής ούτος;», ερωτά ο Κύριος. Δεν κάνει ο Ιησούς αυτή την επισήμανση διότι επιζητά ανταπόδοση ή διότι έχει ανάγκη από ανθρώπινες δοξολογίες. Τι θα μπορούσε άλλωστε να προσθέσει σε Εκείνον ηαπόδοση της ευγνωμοσύνης μας; Διδάσκει όμως αυτή τη συμπεριφορά, διότι η έκφραση της ευγνωμοσύνης συντελεί στην κοινωνία του ανθρώπου με τον Θεό. Η ΕΥΓΝΩΜΟΣΥΝΗ: Ευγνωμοσύνη είναι η αναγνώριση της ευεργεσίας και η έκφραση της ευχαριστίας γι’ αυτήν. Μάλιστα, όσο περισσότερο ευχαριστούμε για τα καλά που δεχόμαστε, τόσο ανοίγει ο δρόμος για να δεχτούμε περισσότερα. Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος έλεγε σχετικά: “η ευχαριστία του λαμβάνοντος ερεθίζει τον δίδοντα να δώσει δωρήματα μεγαλύτερα από τα προηγούμενα”. Ευγνωμοσύνη πρέπει να αποδίδουμε κάθε στιγμή, στον Παντοδύναμο Θεό, για όλα όσα έχουμε, για οποιαδήποτε κατάσταση έρχεται στη ζωή μας, για οτιδήποτε μας κάνει να νιώθουμε καλά, για τα μικρά και για τα μεγάλα! Ιδιαιτέρως σήμερα, με την κρίση, που μαστίζει τη ζωή μας, η ευγνωμοσύνη πρέπει να είναι στάση ζωής, μια ευλογία της ορθά βιουμένης αληθινής χριστιανικής πίστης, για να ανοίξει τις πόρτες του παραδείσου και σε εμάς, όπως άνοιξαν για τον ιαθέντα λεπρό της σημερινής ευαγγελικής περικοπής, ο οποίος δείχνοντας έμπρακτα την ευγνωμοσύνη του προς τον ευεργέτη Χριστό, έλαβε την Χάρη και την ευλογία από Εκείνον, καθώς του είπε: «αναστάς πορεύου, η πίστις σου σέσωκέ σε». Έτσι ο λεπρός της περικοπής δείχνοντας ευγνωμοσύνη για την ίαση του σώματος κερδίζει κάτι ασύγκριτα σπουδαιότερο: Τη σωτηρία της Ψυχής του! Η ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ ΜΑΣ: Ο Ιερός Χρυσόστομος, συνήθιζε να λέει σε κάθε περίσταση. «Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν». Ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς προσθέτει: “Ας ευχαριστούμε για όλα, για ό,τι και αν συμβεί, αυτό είναι ευχαριστία. Διότι το να το κάνεις αυτό όταν όλα πηγαίνουν ομαλά, δεν είναι σπουδαίο, επειδή σε αυτό ωθεί η ιδία η φύσις των πραγμάτων. Εάν όμως ευχαριστούμε ενώ ευρισκόμεθα στο βάθος των κακών, αυτό είναι θαυμαστόν. Πράγματι, όταν εμείς ευχαριστούμε για εκείνα τα οποία άλλοι βλασφημούν και αποθαρρύνονται: Πρώτον, εύφρανες τον Θεόν. Δεύτερον, εντρόπιασες τον διάβολο. Τρίτον, αυτό που συνέβη το απέδειξες μηδαμινό. Τίποτε αγιώτερον δεν υπάρχει από την γλώσσα, που μέσα στα κακά ευχαριστεί τον Θεόν. Όντως δεν υστερεί σε τίποτε από την γλώσσα του μάρτυρος. Διότι και αυτή έναν δήμιον έχει ενώπιόν της, ο οποίος την αναγκάζει να αρνηθεί τον Θεόν δια της βλασφημίας. Τον διάβολον έχει, ο οποίος με δημίους λογισμούς τη σκοτίζει με τη λύπη. Αν λοιπόν κάποιος υπομείνει τα βάσανα και ευχαριστήσει, έλαβε στέφανον μαρτυρίου”. Κι ο Μ. Βσίλειος λελεγε σχετικά: “είναι αισχρόν όταν μεν τα πράγματα έρχονται ευνοϊκά να ευλογούμε τον Θεόν, στα δε στενόχωρα και επίπονα να σιωπούμε. Αλλά τότε πρέπει και περισσότερο να τον ευχαριστούμε, γνωρίζοντας ότι oν αγαπά Κύριος παιδεύει, μαστιγοί δε πάντα υιόν oν παραδέχεται”. Κατά τον άγιο Ισσάκ, αυτό που οδηγεί τα χαρίσματα του Θεού προς τον άνθρωπο “είναι η καρδία η κινουμένη προς ευχαριστίαν αδιάλειπτον». Ας γίνουμε λοιπόν, ευγνώμονες στο Θεό για το κάθε τι. Εάν υγιαίνουμε, δώρο του Θεού είναι η υγεία. Εάν ασθενούμε, η ασθένεια του σώματος είναι σωτηρία της ψυχής. Ας μη λείπει λοιπόν ποτέ από το στόμα μας η ευχαριστία-δοξολογία του Θεού. Η ΑΛΛΗ ΛΕΠΡΑ: Σήμερα που η λέπρα αντιμετωπίζεται από την ιατρική, υπάρχει μία άλλη λέπρα που βασανίζει κάθε άνθρωπο, και μόνο ο Θεός μπορεί να τη θεραπεύσει. Είναι η λέπρα της αμαρτίας. Το πρώτο που χρειάζεται προκειμένου να καταπολεμήσουμε την αμαρτία είναι η συναίσθηση αμαρτωλότητας. Είναι σημαντικό ό ασθενής να αναγνωρίζει την ασθένεια του, προκειμένου να την καταπολεμήσει. Ο άρρωστος πού δεν καταλαβαίνει την αδυναμία του, δεν μπορεί να δεχθεί τα φάρμακα για τη θεραπεία του. Αντίθετα αυτός που συνειδητοποιεί την ασθένεια του, ζητά βοήθεια από το γιατρό και είναι πρόθυμος να ακολουθήσει τις οδηγίες του. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι δέκα λεπροί, επειδή ακριβώς γνώριζαν ότι είναι ακάθαρτοι, στάθηκαν μακριά, «πόρρωθεν», και ζήτησαν βοήθεια από τον Κύριο Ιησού χωρίς να τολμήσουν να Τον πλησιάσουν. Κι όμως, ό Χριστός ήταν τόσο κοντά τους! Διότι, όπως λέει ό Ψαλμωδός, «εγγύς Κύριος τοις συντετριμμένοις την καρδίαν και τούς ταπεινούς τω πνεύματι σώσει» (Ψαλμ. λγ' 19). Η συναίσθηση άμαρτωλότητας γεννά στην ψυχή ταπείνωση και μετάνοια. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης γράφει ότι “εάν είπωμεν ότι άμαρτίαν ουκ έχομεν, εαυτούς πλανώμεν” (Α' Ίω. Α' ![]() ΕΠΙΜΥΘΙΟ. ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ: Είδα στον ύπνο μου πως επισκέφθηκα τον Παράδεισο και ένας άγγελος με ξεναγούσε. Περπατούσαμε δίπλα- δίπλα σε μια τεράστια αίθουσα γεμάτη με αγγέλους. Ο άγγελος οδηγός μου σταμάτησε μπροστά στον πρώτο σταθμό εργασίας και είπε: “Αυτό είναι το Τμήμα Παραλαβής. Εδώ παραλαμβάνουμε όλες τις αιτήσεις-προσευχές που φτάνουν στον Θεό. Ο χώρος έσφυζε από κίνηση, με πολλούς αγγέλους να βγάζουν και να ταξινομούν αιτήσεις γραμμένες σε ογκώδεις στοίβες από χαρτιά και σημειώματα, από ανθρώπους σε όλον τον κόσμο. Μετά προχωρήσαμε σε ένα μακρύ διάδρομο και φτάσαμε στο δεύτερο σταθμό. “Αυτό είναι το Τμήμα συσκευασίας και Παράδοσης”, είπε ο άγγελος. “Εδώ οι χάρες και οι ευχές, που έχουν ζητηθεί προωθούνται και παραδίδονται σε αυτούς που τις ζήτησαν”. Κι εδώ αμέτρητοι άγγελοι πηγαινοέρχονταν δουλεύοντας σκληρά, αφού τόσες πολλές επιθυμίες είχαν ζητηθεί και συσκευάζονταν για να παραδοθούν στη γη. Τέλος, στην άκρη ενός μικρού σταθμού, μόνο ένας άγγελος καθόταν εκεί, χωρίς να κάνει ουσιαστικά τίποτα. “Αυτό είναι το Τμήμα των Ευχαριστιών”, μου είπε σιγανά ο φίλος άγγελός μου. Έδειχνε ντροπιασμένος. “Πώς γίνεται αυτό; Δεν υπάρχει δουλειά εδώ”; ρώτησα. “Είναι λυπηρό”, αναστέναξε εκείνος. “Αφού παραλάβουν τις χάρες τους οι άνθρωποι, ελάχιστοι στέλνουν ευχαριστήρια”. “Πώς μπορεί κάποιος να ευχαριστήσει τον Θεό για τις ευλογίες που παρέλαβε”; ρώτησα πάλι. Κι εκείνος απάντησε: “Χρειάζεται μόνο να πεις: Ευχαριστώ, Θεέ μου!”. “Για τι ακριβώς πρέπει να ευχαριστήσουμε”; επέμεινα εγώ. “Αν έχεις τρόφιμα στο ψυγείο, ρούχα στην πλάτη σου, μια στέγη πάνω απ’ το κεφάλι σου και ένα μέρος να κοιμηθείς, είσαι πλουσιότερος από το 75% αυτού του κόσμου. Αν έχεις χρήματα στην τράπεζα, στο πορτοφόλι σου και λίγα κέρματα σ’ ένα πιατάκι είσαι στο 8% των ανθρώπων που ευημερούν. Αν ξύπνησες σήμερα το πρωί με περισσότερη υγεία από ότι αρρώστια, είσαι πιο ευλογημένος από όσους δεν θα επιζήσουν καν αυτή τη μέρα. Αν ποτέ δε βίωσες το φόβο του πολέμου, τη μοναξιάς της φυλακής, την αγωνίας του βασανισμού και τη σουβλιά της πείνας, είσαι μπροστά από 700 εκατομμύρια ανθρώπους της γης. Αν μπορείς να προσευχηθείς σε ένα ναό χωρίς φόβο επίθεσης, σύλληψης ή εκτέλεσης, θα σε ζηλεύουν σίγουρα 3 δισεκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο. Αν οι γονείς σου είναι ακόμα ζωντανοί και είναι ακόμα παντρεμένοι, είσαι σπάνιος. Αν μπορείς να κρατάς το κεφάλι σου ψηλά και να χαμογελάς, δεν είσαι ο κανόνας, είσαι η εξαίρεση για όλους όσους ζουν σε αμφιβολία και απόγνωση. Και αν διαβάζεις τώρα αυτές τις αράδες, μόλις έλαβες μια διπλή ευλογία, γιατί σου το έγραψε κάποιος που σ’ αγαπάει και γιατί είσαι πιο τυχερός από δύο δισεκατομμύρια ανθρώπους, που δεν ξέρουν καν να διαβάζουν. “Πώς μπορώ να αρχίσω”; ρώτησα πάλι. “Να πεις καλημέρα”, μου χαμογέλασε ο άγγελός μου, “να μετρήσεις τις ευλογίες σου και να περάσεις αυτό το μήνυμα και σε άλλους ανθρώπους, για να τους θυμίσεις πόσο ευλογημένοι είναι. Και μην ξεχάσεις να στείλεις το ευχαριστήριό σου1”! |
Κυριακή Μετά τα Φώτα
Λόγος περί μετανοίας (Αγ. Ιγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ) Μετανοείτε, ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών. Μετανοείτε και πιστεύετε εν τω ευαγγελίω. Αυτά ήσαν τα πρώτα λόγια του κηρύγματος του θεανθρώπου Ιησού Χριστού. Αυτά τα ίδια λόγια λέγει και σ’ εμάς μέχρι σήμερα, μέσω του Ευαγγελίου. Όταν επληθύνθη περισσότερον από κάθε άλλη εποχήν η αμαρτία στον κόσμο, κατήλθε εδώ στην γη μας ο Παντοδύναμος Ιατρός. Κατήλθε στον τόπον αυτόν της εξορίας, στον τόπο των βασάνων και των παθών μας, που είναι μία πρόγευσις των αιωνίων βασάνων της κολάσεως, και ευαγγελίζεται την λύτρωση, την χαρά και την ίαση σε όλους τους ανθρώπους, χωρίς εξαίρεση, λέγοντας «μετανοείτε». Η δύναμις της μετανοίας είναι θεμελιωμένη στην δύναμη του Θεού. Ο Ιατρός είναι πανίσχυρος, και η ίασις που Εκείνος χαρίζει είναι παντοδύναμος. Την εποχήν εκείνη, όταν εκήρυσσεν εδώ στην γη ο Κύριος, καλούσε σε θεραπείαν όλους όσοι ήσαν άρρωστοι από την αμαρτία, και δεν θεωρούσε καμμίαν αμαρτίαν ως αθεράπευτον. Και τώρα, επίσης, συνεχίζει να καλή όλους, και υπόσχεται, και χαρίζει πράγματι την άφεση για κάθε αμαρτία και την ίαση για κάθε αμαρτωλή ασθένεια. Ω σεις, οι οδοιπόροι της γης. Ω σεις, όλοι όσοι αναλίσκεσθε ή σύρεσθε στην ευρύχωρον οδόν, μέσα στον ακατάπαυστο θόρυβο των γηίνων μεριμνών, περισπασμών και διασκεδάσεων, ανάμεσα σε άνθη ανάμικτα με αγκάθια, σεις που σπεύδετε και ακολουθείτε αυτόν τον δρόμο, κατευθυνόμενοι προς το τέλος, που είναι σε όλους γνωστόν και όμως όλοι το λησμονούν: ο σκοτεινός τάφος και η ακόμη σκοτεινοτέρα και φοβερωτέρα αιωνιότης. Σταματήστε! Αποτινάξτε την γοητείαν αυτού του κόσμου, που σας κρατεί μονίμως σε αιχμαλωσία! Ακούστε αυτό που σας ευαγγελίζεται ο Σωτήρ ημών Χριστός, δώστε στα λόγια του την προσοχή που τους αρμόζει: «Μετανοείτε και πιστεύετε εν τω ευαγγελίω. Μετανοείτε, ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών». Σας είναι απαραίτητο, οδοιπόροι σεις της γης, να στρέψετε όλη σας την προσοχή σ’ αυτήν την ζωτικά ωφέλιμη και σωτήρια νουθεσία. Αλλιώς θα φθάσετε στον τάφο, θα φθάσετε στο κατώφλι και στην πύλη της αιωνιότητος, χωρίς να έχετε προηγουμένως κατανοήσει καθόλου ορθά την αιωνιότητα, ούτε τις υποχρεώσεις εκείνων που εισέρχονται σ’ αυτήν, έχοντας προετοιμάσει τον εαυτό σας μόνο για τις δίκαιες τιμωρίες που θα υφίστασθε αιωνίως για τις αμαρτίες σας. Η βαρυτέρα δε και σοβαροτέρα αμαρτία είναι το να μη δίδετε προσοχή στους λόγους του Σωτήρος μας Χριστού, δηλαδή να τον περιφρονήτε. Μετανοείτε! Αποκοιμίζει και εξαπατά τον άνθρωπον ο δρόμος της επιγείου ζωής. Στα μάτια αυτών που αρχίζουν την πορεία τους σ’ αυτήν, παρουσιάζεται σαν ένα ατελείωτο πεδίο που σφύζει από πραγματικότητα. Για όσους την τελείωσαν, παρουσιάζεται σαν ένα συντομότατο ταξίδι που συνοδεύεται από όνειρα και μάλιστα χωρίς περιεχόμενο. Μετανοείτε! Και την δόξα και τον πλούτο και όλα τα άλλα φθαρτά αποκτήματα και πλεονεκτήματα, που για την εξασφάλισή τους αναλίσκει όλη την επίγειο ζωήν του και όλες τις δυνάμεις της ψυχής και του σώματός του ο τυφλωμένος αμαρτωλός, οφείλει να τα εγκαταλείψη μέσα στα λίγα εκείνα λεπτά κατά τα οποία το ένδυμα της ψυχής, το σώμα, αφαιρείται και αποσπάται από αυτήν. Τότε η ψυχή οδηγείται από τους αυστηρούς αγγέλους στο Κριτήριον του δικαίου Θεού, του αγνώστου σ’ αυτήν, Εκείνου τον οποίον αυτή έχει περιφρονήσει. Μετανοείτε! Μοχθούν οι άνθρωποι και βιάζονται να πλουτίσουν σε γνώσεις, οι οποίες όμως είναι μικράς μόνον σημασίας, και κατάλληλες για κάποιο μόνον χρονικόν διάστημα. Γνώσεις που συμβάλλουν στην ικανοποίησιν αναγκών, ανέσεων και ιδιοτροπιών της επιγείου ζωής. Περιφρονούμε τελείως τις ουσιαστικές, τις αναγκαίες γνώσεις και την εργασία, για τα οποία και μόνο μας έχει χαρισθεί η επίγειος ζωή. Δηλαδή την γνώση του Θεού, και την συνδιαλλαγή μας με αυτόν μέσω του λυτρωτού μας Χριστού. Μετανοείτε! Αδελφοί, ας εξετάσωμε την επίγειο ζωή μας αντικειμενικά, αμερόληπτα, υπό το φως του Ευαγγελίου. Είναι μηδαμινή, ένα τίποτε. Όλα της τα αγαθά αφαιρούνται με τον θάνατον, αλλά συχνά και πολύ πριν από τον θάνατο με ποικίλες, απροσδόκητες καταστάσεις. Αυτά τα φθαρτά, τα τόσο γρήγορα εξαφανιζόμενα αγαθά, δεν αξίζουν να ονομάζωνται αγαθά. Στην πραγματικότητα είναι απάτες και παγίδες. Όσοι κολλούν και βυθίζονται στις παγίδες αυτές, και συλλαμβάνονται από αυτές, αποστερούνται από τα αληθινά, τα αιώνια, τα ουράνια, πνευματικά αγαθά, που αποκτούμε όταν πιστεύωμε στον Χριστό και τον ακολουθούμε στην μυστικήν οδό της ευαγγελικής ζωής. Μετανοείτε! Σε πόσο φοβεράν τύφλωση ευρισκόμεθα! Πώς από αυτήν την τύφλωση αποδεικνύεται οφθαλμοφανώς η πτώσις μας! Βλέπουμε τον θάνατο των αδελφών μας. Γνωρίζουμε ότι ο θάνατος επίκειται, ίσως και πολύ σύντομα, και για μας, διότι κανείς από τους ανθρώπους δεν έμεινε εδώ στην γη για πάντα. Βλέπουμε ότι πολλούς, και πριν από τον θάνατο, η επίγειος ευτυχία τους προδίδει. Βλέπουμε αυτήν την ευτυχία να μεταβάλλεται συχνά σε δυστυχία, που ομοιάζει με καθημερινήν εμπειρία θανάτου. Παρ’ όλην αυτή την τόσον οφθαλμοφανή μαρτυρία της ιδίας μας της πείρας, εμείς κυνηγούμε τα πρόσκαιρα μόνον αγαθά ωσάν να ήσαν μόνιμα, αιώνια. Μόνον σ’ αυτά είναι στραμμένη η προσοχή μας! Ξεχασμένος ο Θεός! Ξεχασμένη και η μεγαλοπρεπής και συνάμα φοβερά αιωνιότης! Μετανοείτε! Θα μας προδώσουν, αδελφοί, οπωσδήποτε θα μας προδώσουν όλα τα φθαρτά αγαθά. Τους πλουσίους και τους πάμπλουτους θα τους προδώση ο πλούτος τους, τους ενδόξους η δόξα τους, τους νέους η νεότης τους, τους σοφούς η σοφία τους. Ένα μόνον αιώνιο και ουσιώδες αγαθόν ημπορεί να αποκτήση ο άνθρωπος κατά την διέλευσή του από την γη. Αυτό είναι η αληθής γνώσις του Θεού και η συμφιλίωσίς του με τον Θεόν, την οποία χαρίζει ο Χριστός. Για να λάβη όμως κανείς τα κορυφαία και υπέρτατα αυτά αγαθά, πρέπει να εγκαταλείψη την αμαρτωλήν ζωή και να την μισήση. Μετανοείτε! Μετανοείτε! Τι σημαίνει να μετανοήσωμε; Σημαίνει να ομολογήσωμε τις αμαρτίες μας και να μεταμεληθούμε γι’ αυτές. Σημαίνει ακόμη να πάψωμε να τις διαπράττωμε και ποτέ πλέον να μην επιστρέψωμε σ’ αυτές, όπως είπε κάποιος μεγάλος άγιος Πατέρας απαντώντας σε ανάλογον ερώτηση. Με τον τρόπον αυτόν πολλοί άνθρωποι μεταβάλλονται σε αγίους της Εκκλησίας μας και πολλοί άνομοι σε ανθρώπους ευλαβείς και δικαίους. Μετανοείτε! Απορρίψετε από επάνω σας όχι μόνο τις φανερές αμαρτίες, όπως είναι ο φόνος, η αρπαγή, η ακολασία, η διαβολή και το ψεύδος, αλλά και τις ολέθριες διασκεδάσεις, τις σαρκικές ηδονές, τα απρεπή ονειροπολήματα και τους αθέμιτους λογισμούς, όλα, όλα όσα απαγορεύονται από το ευαγγέλιον. Την μέχρι τώρα αμαρτωλήν ζωή σας να την λούσετε με τα δάκρυα της ειλικρινούς μετανοίας. Όταν καταληφθής από ακηδία και είσαι ψυχικώς εξησθενημένος, μην ειπής μέσα σου «έχω περιπέσει σε βαριά αμαρτήματα. Με την μακροχρόνιον αμαρτωλήν ζωή μου έχω αποκτήσει αμαρτωλές συνήθειες, που με την πάροδο του χρόνου έχουν γίνει σαν φυσικές μου ιδιότητες και έχουν κάνει αδύνατη για μένα την μετάνοια». Αυτούς τους σκοτεινούς λογισμούς σου εμπνέει ο νοητός εχθρός σου, που δεν τον έχεις προσέξει ακόμη, και δεν τον έχεις αντιληφθεί. Εκείνος γνωρίζει την δύναμη της μετανοίας και φοβείται μήπως η μετάνοια σε αποσπάσει από την εξουσία του. Και προσπαθεί να σε αφελκύση από την μετάνοια με τον λογισμόν ότι ο Θεός δεν έχει την ικανότητα να επιφέρη παντοδύναμο την ιατρεία του στην κατάστασή σου αυτή. Αυτού του πολέμου την εμπειρίαν είχε και ο Προφήτης Δαβίδ όταν έλεγε. «Κύριε, τι επληθύνθησαν οι θλίβοντές με; Πολλοί επανίστανται επ’ εμέ. Πολλοί λέγουσι τη ψυχή μου, ουκ έστι σωτηρία αυτώ εν τω Θεώ αυτού. Συ δε, Κύριε, αντιλήπτωρ μου ει, δόξα μου και υψών την κεφαλήν μου. Φωνή μου προς Κύριον εκέκραξα και επήκουσέ μου εξ όρους αγίου αυτού». Εκείνος που έχει θεσπίσει την μετάνοιαν είναι ο Δημιουργός σου, ο οποίος σε εδημιούργησε εκ του μηδενός. Ευκολώτερα λοιπόν τώρα που σε έχει ήδη φέρει στην ύπαρξη ημπορεί να σε αναπλάση και να μεταμορφώση την καρδία σου, από φιλαμαρτήμονα να την κάνη φιλόθεο, από φιλήδονο, από φιλόσαρκο, από κακόβουλο και από ηδυπαθή να την κάνη καθαράν, πνευματικήν, αγία. Αδελφοί! Ας γνωρίσωμε την ανέκφραστον αγάπη του Θεού προς το βυθισμένο στην αμαρτίαν ανθρώπινο γένος. Ο Κύριος οικονόμησε την ενανθρώπησή του, έτσι ώστε μέσω της ανθρωπίνης φύσεώς του να ημπορέση να δεχθή τις τιμωρίες που οι άνθρωποι αξίζουν να δεχθούν. Και με το να δεχθή τιμωρίαν Εκείνος ο Πανάγιος, να εξαγοράση και να λυτρώση τους ενόχους από την τιμωρία. Τι τον προσείλκυσε κοντά μας, εδώ στην γη, στον τόπο της εξορίας μας; Μήπως οι δικαιοσύνες μας; Όχι! Τον είλκυσε σε μας η ολεθρία εκείνη κατάστασις στην οποία μας έριξε η αμαρτία μας. Άνθρωποι αμαρτωλοί! Ας πάρωμε θάρρος, διότι για μας, ακριβώς προς χάριν μας ο Κύριος επετέλεσε το μέγα έργον της ενανθρωπήσεώς του! Επέβλεψε με ασύλληπτον έλεος στις ασθένειές μας. Ας πάψωμε να ταλαντευώμεθα, ας πάψωμε να παραδιδώμεθα στην ακηδία και την αμφιβολία. Ας πλησιάσωμε γεμάτοι πίστη, ζήλο και ευγνωμοσύνη, και ας αρχίσωμε την μετάνοια. Ας συμφιλιωθούμε δια μέσου αυτής προς τον Θεόν. Ας ανταποκριθούμε, όσον μας είναι δυνατόν, με τις ασθενικές δυνάμεις μας στην μεγάλην αγάπη του Κυρίου προς εμάς, όπως ημπορούν να ανταποκρίνωνται στην αγάπη του Δημιουργού τα δημιουργήματά του, τα οποία μάλιστα έπεσαν στην αμαρτία: Ας μετανοήσωμε! Ας μετανοήσωμε όχι μόνο με λόγια, ας δώσωμε μαρτυρία της μετανοίας μας, όχι μόνο με λίγα δάκρυα της στιγμής, ούτε μόνο με την εξωτερικήν συμμετοχή στις ιερές ακολουθίες της Εκκλησίας, να τελούμε μόνο τις εκκλησιαστικές ιεροτελεστίες, όπως περιωρίζοντο να πράττουν οι Φαρισαίοι. Ας προσκομίσωμε μαζί με τα δάκρυα και με την εξωτερικήν ευσέβεια και τον άξιον καρπό της μετανοίας μας. Ας μεταβάλωμε την αμαρτωλήν ζωή μας σε σύμφωνον με το Ευαγγέλιον βιοτήν. «Ίνα τι αποθνήσκετε, οίκος Ισραήλ;». Γιατί χάνεστε, χριστιανοί, με θάνατον αιώνιον εξ αιτίας των αμαρτιών σας; Γιατί να γεμίζετε την κόλαση σαν να μην έχη θεσπισθή μέσα στην Εκκλησία του Χριστού η πανίσχυρος μετάνοια; Αυτή η άπειρος αγαθή δωρεά έχει δοθεί στον οίκον Ισραήλ, δηλαδή στους χριστιανούς. Και όποτε θελήσουμε, καθ’ όλην την διάρκεια της ζωής μας, και όποιες και αν είναι οι αμαρτίες μας, η δωρεά αυτή ενεργεί με δύναμη μοναδική. Καθαρίζει από κάθε αμαρτία, σώζει τον κάθε άνθρωπο που προστρέχει στον Θεόν, έστω και αν αυτός μετανοήση στα τελευταία λεπτά της ζωής του, μόλις πριν από τον θάνατο. «Ίνα τι αποθνήσκετε, οίκος Ισραήλ;». Χάνονται τόσοι χριστιανοί με τον αιώνιον θάνατο, για τον λόγο ότι σε όλην την διάρκεια της επιγείου ζωής των δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να ασχολούνται με την αθέτηση των υποσχέσεων που έδωσαν κατά το άγιον Βάπτισμα, και με την δουλεία τους στην αμαρτία. Χάνονται, διότι δεν κρίνουν τον Λόγο του Θεού άξιον ακόμη και της παραμικράς προσοχής τους, τον Λόγο που κηρύττει την μετάνοια. Στις ύστατες στιγμές πριν από τον θάνατό τους, δεν κατορθώνουν να επωφεληθούν από την πανίσχυρο δύναμη της μετανοίας. Δεν ημπορούν να επωφεληθούν είτε διότι δεν απέκτησαν καμμίαν γνώση για τον χριστιανισμόν, είτε διότι απέκτησαν μια πολύ ανεπαρκή και συγκεχυμένη γνώση γι’ αυτόν, η οποία πρέπει να ονομασθή πλήρης άγνοια μάλλον παρά έστω και παραμικρά γνώσις. «Ζω Εγώ, λέγει Κύριος», αναγκαζόμενος να ενισχύση με αυτόν τον τρόπο την διαβεβαίωση ενώπιον των απίστων, και να διεγείρη την προσοχή των απροσέκτων. «Ζω Εγώ, λέγει Κύριος, ου βούλομαι τον θάνατον του ασεβούς, ως το αποστρέψαι τον ασεβή από της οδού αυτού, και ζην αυτόν… Ίνα τι αποθνήσκετε οίκος Ισραήλ;». Ο Θεός εγνώριζε την ασθένεια των ανθρώπων. Εγνώριζε ότι και μετά το Βάπτισμα θα πίπτουν σε παραπτώματα και αμαρτίες. Γι’ αυτόν τον λόγο και εθέσπισε στην Εκκλησία του το Μυστήριον της Μετανοίας, δια της οποίας καθαρίζονται οι αμαρτίες που διεπράχθησαν μετά το Βάπτισμα. Η μετάνοια πρέπει να συμβαδίζη με την πίστη στον Χριστό, και να προηγείται από το εις Χριστόν Βάπτισμα. Μετά δε το Βάπτισμα βοηθεί εκείνον που επίστευσε στον Χριστόν και εβαπτίσθη σ’ αυτόν, να διορθώση τις παραβάσεις των υποχρεώσεών του. Όταν πολλοί από τα Ιεροσόλυμα και όλην την Ιουδαία κατέβαιναν στον Ιορδάνη για να βαπτισθούν από τον Ιωάννη, τον κήρυκα της μετανοίας, εξωμολογούντο σ’ αυτόν τις αμαρτίες των, όχι επειδή ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής είχε ανάγκη να γνωρίζη τις αμαρτίες των προσερχομένων σ’ αυτόν, όπως παρατηρεί κάποιος ιερός συγγραφεύς, αλλά διότι ήταν ανάγκη, χάριν της σταθερότητος της μετανοίας τους, μαζί με την λύπη τους για την διάπραξη αμαρτημάτων, να συνενώσουν και την εξομολόγηση των αμαρτιών τους. Η ψυχή που γνωρίζει ότι πρέπει να εξομολογηθή τις αμαρτίες της, λέγει ο ίδιος άγιος, συγκρατείται με αυτήν την ιδία την σκέψη ωσάν με χαλινόν, να μην επαναλάβη τις προηγούμενες αμαρτίες. Αντιθέτως, οι αμαρτίες που δεν έγιναν αντικείμενον εξομολογήσεως, επαναλαμβάνονται με άνεση, ωσάν να διεπράχθησαν στο σκότος. Με την εξομολόγηση των αμαρτιών καταλύεται η φιλική μας σχέσις προς αυτές. Το μίσος προς τις αμαρτίες είναι σημάδι αληθινής μετανοίας, και αποφασιστικότητος του εξομολογουμένου να ζήση ζωήν ενάρετον. Αν απέκτησες την έξη προς αμαρτωλές πράξεις, τότε να τις εξομολογήσαι συχνά, και σύντομα θα ελευθερωθής από την αιχμαλωσία σου σ’ αυτές, και έτσι με ευκολία και χαρά θα ακολουθής τον Κύριόν μας Ιησούν Χριστό. Αν κάποιος καταδίδει συνεχώς τους φίλους του, οι φίλοι του γίνονται εχθροί του και απομακρύνονται σαν από καταδότη, που επιδιώκει στην πραγματικότητα την καταστροφή τους. Αν κάποιος εξομολογήται τα αμαρτήματά του, αυτά υποχωρούν και τον εγκαταλείπουν, διότι οι αμαρτίες θεμελιώνονται και στηρίζονται επάνω στην υπερηφάνεια της πεπτωκυίας φύσεως, και δεν αντέχουν την αποκάλυψή τους και τον ονειδισμό. Όποιος με την ελπίδα να μετανοήση, αμαρτάνει εκ προαιρέσεως και με την πρόθεσή του, αυτός συμπεριφέρεται ύπουλα έναντι του Θεού. Και όποιος, ελπίζοντας ότι θα μετανοήση, αμαρτάνει αυτοπροαιρέτως και με πρόθεση να ενεργήση έτσι, αυτός πλήττεται απροσδοκήτως από τον θάνατο, και δεν του παρέχεται ο καιρός τον οποίον σκοπεύει να αφιερώση στην αρετή. Με το μυστήριον της εξομολογήσεως καθαρίζονται και εκπλύνονται τελείως όλες οι αμαρτίες που έχουν διαπραχθή εν λόγω ή έργω ή διανοία. Για να εξαλειφθούν από την καρδία οι αμαρτωλές συνήθειες που με την πάροδο των ετών έχουν ριζώσει μέσα της, χρειάζεται να εμμένη κανείς συνεχώς και σταθερά στην μετάνοια. Η συνεχής και σταθερά μετάνοια βιώνεται ως συνεχής συντριβή του πνεύματος, και συνίσταται στην πάλη με τους λογισμούς και τις επιθυμίες, με τα οποία εκδηλώνεται το κρυμμένο στην καρδίαν αμαρτωλόν πάθος, στην χαλιναγώγηση των σωματικών αισθήσεων και της κοιλίας, στην ταπεινή προσευχή και στην συχνή εξομολόγηση. Αδελφοί, με την εκουσία αμαρτία έχουμε χάσει την αγίαν αγνότητα, την καθαρότητα και αθωότητα, που παραβιάζεται όχι μόνον από την αμαρτωλή πράξη, αλλά ακόμη και από την γνώση του κακού. Έχουμε χάσει την καθαρότητα και αθωότητα, μέσα στην πνευματικήν αίγλη και ακτινοβολία της οποίας μας έφεραν στο είναι, κατά την γένεση, τα χέρια του Δημιουργού. Έχουμε χάσει ακόμη και την καθαρότητα που ελάβαμε κατά την ανάπλασή μας με το άγιον Βάπτισμα. Στον δρόμο της ζωής έχουμε κηλιδώσει με ποικίλες αμαρτίες τον χιτώνα μας, τον οποίον ο Λυτρωτής μας είχε καθαρίσει και λευκάνει προς χάριν μας. Το μόνο που μας έχει απομείνει είναι το ύδωρ, το ύδωρ της μετανοίας. Τι θα απογίνωμε εάν αμελήσωμε και καταφρονήσωμε και αυτό το λουτρόν του καθαρισμού; Θα αναγκασθούμε να παρουσιασθούμε ενώπιον του Θεού με ψυχήν παραμορφωμένην από την αμαρτία, και Εκείνος θα εμβλέψη φοβερός σε μια τοιαύτη μολυσμένην ψυχή, και θα την καταδικάση στο πυρ της γεένης. «Λούσασθε». λέγει Κύριος ο Θεός στους αμαρτωλούς, «και καθαροί γίνεσθε, αφέλετε τας πονηρίας από των ψυχών υμών, απέναντι των οφθαλμών μου, παύσασθε από των πονηριών υμών… και δεύτε διαλεχθώμεν». Και πώς τελειώνει η δικαία αυτή κρίσις του Θεού, η κρίσις του για την μετάνοια, στην οποία συνεχώς καλεί τον αμαρτωλόν κατά τον καιρόν της επιγείου ζωής του; Όταν ο άνθρωπος ομολογήση τις αμαρτίες του, και αποφασίση να μετανοήση ειλικρινώς και να διορθωθή, τότε ο Θεός λύει την κρίση που υπήρχε μαζί του με την ακόλουθον απόφαση: «Και εάν ώσιν αι αμαρτίαι υμών ως φοινικούν, ως χιόνα λευκανώ, εάν δε ώσιν ως κόκκινον, ως έριον λευκανώ». Αν όμως ο χριστιανός καταφρονήση αυτήν την τελευταία, την πολυεύσπλαχνο κρίση του Θεού, τότε του ανακοινώνεται από τον Θεόν η οριστική του καταδίκη στο αιώνιον πυρ. «Το χρηστόν του Θεού», λέγει ο Απόστολος Παύλος, «εις μετάνοιαν σε άγει». Ο Θεός βλέπει τα αμαρτήματά σου, παρατηρεί με μακροθυμία τις αμαρτίες που διαπράττεις κάτω από το βλέμμα του, την αλυσίδα των αμαρτιών που διεμόρφωσαν όλον σου τον βίο. Αναμένει την μετάνοιά σου, και συνάμα αναθέτει στην ελευθέρα προαιρεσή σου την επιλογήν της σωτηρίας σου ή της καταδίκης σου στο αιώνιον πυρ. Συ όμως καταχράσαι την αγαθότητα και την μακροθυμία του Θεού! Ουδεμία διόρθωσις και βελτίωσις μέσα σου! Η αδιαφορία σου αντιθέτως αυξάνει! Αυξάνει μέσα σου η αμέλεια και η περιφρόνησίς σου προς τον Θεόν αλλά και προς την ιδική σου, την αιώνια τύχη σου. Ενδιαφέρεσαι, μόνο για το πώς θα πληθύνης τις αμαρτίες σου, και στις προηγούμενες αμαρτίες σου προσθέτεις νέες και χειρότερες! «Κατά την σκληρότητά σου και αμετανόητον καρδίαν θησαυρίζεις σεαυτώ οργήν εν ημέρα οργής και αποκαλύψεως και δικαιοκρισίας του Θεού, oς αποδώσει εκάστω κατά τα έργα αυτού. Τοις μεν καθ’ υπομονήν έργου αγαθού δόξαν και τιμήν και αφθαρσίαν ζητούσι, ζωήν αιώνιον, τοις δε εξ εριθείας (από φιλόνεικο διάθεση δηλαδή), και απειθούσι μεν τη αληθεία, πειθομένοις δε τη αδικία, θυμός και οργή. Θλίψις και στενοχωρία επί πάσαν ψυχήν ανθρώπου του κατεργαζομένου το κακόν». Αμήν. |
Θεοφάνεια
Την 6η Ιανουαρίου εορτάζει η Εκκλησία μας την μεγάλη δεσποτική εορτή των «Θεοφανείων» ή «Επιφανείων» ή «τα άγια Φώτα». Τα προεόρτιά της αρχίζουν την επομένη της πρωτοχρονιάς, την 2α Ιανουαρίου. Μέσα στην προπαρασκευαστική αυτή περίοδο ευρίσκεται και η «Κυριακή προ των φώτων». Και αυτή εντάσσεται μέσα στην προεόρτιο λειτουργική ετοιμασία. Στα αναγνώσματα της θείας λειτουργίας της Κυριακής αυτής ακούμε την «Αρχή του Ευαγγελίου Ιησού Χριστού, Υιού του Θεού» από τον πρόλογο του Κατά Μάρκον Ευαγγελίου, που αφηγείται την εμφάνιση του Προδρόμου στην έρημο του Ιορδάνη, το κήρυγμά του και την προφητεία του περί του Χριστού. Ο Ιωάννης εβάπτισεν «εν ύδατι», ο «ισχυρότερός» του όμως, που έρχεται «οπίσω» του, θα βαπτίσει τον λαό «εν Πνεύματι αγίω» (Μάρκ. 1, 1-8). Στην τετραήμερο προεόρτιο περίοδο, από της 2ας μέχρι της 5ης Ιανουαρίου στοιβάζονται οι κανόνες, τα τριώδια και τα άλλα προεόρτια ιερά άσματα. Εχομε και εδώ την «Μεγάλη Εβδομάδα» των Φώτων, όπως την είδαμε και στα Χριστούγεννα, με την διαφορά ότι ο χρόνος της προπαρασκευής εδώ είναι μικρότερος, λόγω της παρατάσεως των μεθεόρτων των Χριστουγέννων μέχρι της 31ης Δεκεμβρίου και της εορτής της Περιτομής του Χριστού της 1ης Ιανουαρίου. Και πάλι η επίδραση των ακολουθιών της Μεγάλης Εβδομάδος είναι έκδηλη, λόγω ακριβώς της προσπάθειας παραλληλισμού της εορτής των Θεοφανείων προς το Πάσχα. Και πάλι η προπαρασκευή κορυφώνεται την παραμονή με την λαμπρά ακολουθία των μεγάλων ωρών και του μεγάλου εσπερινού της εορτής. Τα μεθέορτα εξάλλου παρατείνονται επί οκτώ ημέρες μετά την εορτή, με τρεις ημέρες ιδιαιτέρως εξαιρούμενες, την επομένη των Θεοφανείων με την εορτή της Συνάξεως του Προδρόμου και Βαπτιστού του Χριστού, 7η Ιανουαρίου, την «Κυριακή μετά τα Φώτα», και την τελευταία ημέρα της εορτής, την απόδοση της 14ης Ιανουαρίου, κατά την οποία ψάλλεται και πάλι ολόκληρη η ακολουθία της εορτής. Μέσα στο εξαίρετο αυτό λειτουργικό πλαίσιο διαλάμπει η μεγάλη δεσποτική εορτή των Θεοφανείων της 6ης Ιανουαρίου. Η αρχή της είναι ανάλογη προς την εορτή των Χριστουγέννων. Την 6η Ιανουαρίου εόρταζαν κατά το παλαιό ημερολόγιο το χειμερινό ηλιοστάσιο οι εθνικοί της Αιγύπτου και της Αραβίας. Κατά τις αρχές του Γ´ αιώνος πρώτοι οι αιρετικοί οπαδοί του Βασιλείδου επεχείρησαν την αντικατάσταση της ειδωλολατρικής αυτής εορτής με την εορτή του βαπτίσματος του Χριστού. Λίγο αργότερα η Εκκλησία της Ανατολής καθόρισε την 6η Ιανουαρίου ως ημέρα εορτής των Επιφανείων ή Θεοφανείων. Ο απόστολος Παύλος ομιλεί για την «επιφάνειαν της δόξης του μεγάλου Θεού» (Τίτ. 2, 13). Αλλού τονίζει, ότι διά του Χριστού «επεφάνη η χάρις του Θεού η σωτήριος πασιν ανθρώποις» (Τίτ. 2, 11). Ο ίδιος πάλι ομιλεί για τον Θεό, που «εφανερώθη εν σαρκί» (Α´ Τιμοθ. 3, 16). Κάτω από τις εκφράσεις αυτές του αποστόλου των εθνών αναγνωρίζει κανείς τους τόσο γνωστούς στους εθνικούς όρους «θεοφάνεια» και «επιφάνεια», που σήμαιναν την μεταξύ των ανθρώπων εμφάνιση της θεότητος ή του Θεού-αυτοκράτορος σε κάποια πόλη. Στην επιφάνεια των ψευδών θεών και των αυτοκρατόρων η χριστιανική Εκκλησία αντέταξε την επιφάνεια του αληθινού Θεού και βασιλέως Χριστού, την αληθινή Θεοφάνεια. Ακριβώς δε πάλι στην λατρεία του ηλίου, που νικά κατά το χειμερινό ηλιοστάσιο το σκότος της νύχτας, αντιπαράθεσε την λατρεία του αληθινού ηλίου, του Χριστού, που ανέτειλε, κατά τον προφήτη Ησαΐα, στον εν σκότει και σκιά καθήμενο κόσμο· «Γη Ζαβουλών και γη Νεφθαλείμ, οδόν θαλάσσης πέραν του Ιορδάνου, Γαλιλαία των εθνών, ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα, και τοις καθημένοις εν χώρα και σκιά θανάτου, φως ανέτειλεν αυτοίς» (Ησ. 8, 23. 9, 1). Αυτήν εξάλλου την προφητεία ο ευαγγελιστής Ματθαίος εφαρμόζει ακριβώς στην έναρξη της δημοσίας δράσεως του Χριστού, της επιφανείας Του μεταξύ του λαού Του (Ματθ. 4, 12-17). Αυτήν την περικοπή θα ακούσουμε να διαβάζεται κατά την θεία λειτουργία των Θεοφανείων. Η έννοια όμως αυτή της θεοφανείας ή της επιφανείας του Χριστού δεν ήταν συνδεδεμένη προς ένα μόνο ιστορικό γεγονός του βίου Του. Είδαμε ότι ο Βασιλείδης και οι οπαδοί του εόρταζαν την 6η Ιανουαρίου το εν Ιορδάνη Βάπτισμα, κατά το οποίο, σύμφωνα προς την αιρετική τους διδασκαλία, η θεότης σαρκώθηκε στο Χριστό. Αλλά και κατά την ορθόδοξη διδασκαλία το βάπτισμα είναι η απαρχή, η πρώτη δημοσία εμφάνιση και ανάδειξη του Ιησού ως Μεσσία και Σωτήρα. Κατ’ αυτό αναγνωρίστηκε από τον εκπρόσωπο της Παλαιάς Διαθήκης, τον προφήτη Ιωάννη τον Πρόδρομο, που είδε το Πνεύμα το άγιον «καταβαίνον και μένον επ’ αυτόν» (Ιω. 1, 32-34) και που άκουσε τη φωνή του Πατρός «Ούτος έστιν ο Υιός μου ο αγαπητός, εν ω ηυδόκησα» (Ματθ. 3, 17. Μάρκ. 1, 11. Λουκ. 3, 22), τη βεβαίωση της υιότητος. Κατά το βάπτισμα εφάνη ο Υιός – Θεός, αλλά και αποκαλύφθηκε ο Θεός – Τριάς, όπως χαρακτηριστικά ψάλλει και ο ποιητής του απολυτίκιου της εορτής: «Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου σου, Κύριε, η της Τριάδος εφανερώθη προσκύνησις». Ο Υιός εβαπτίζετο, του Πατρός η φωνή ηκούετο και το άγιον Πνεύμα κατήρχετο εν είδει περιστεράς. «Τριάδος η φανέρωσις εν Ιορδάνη γέγονεν», όπως πάλι υμνωδεί ο ιερός Κοσμάς στο τρίτο τροπάριο της 8ης ωδής του πρώτου κανόνα της εορτής. Αλλά και με την γέννηση του Χριστού επεφάνη ο Θεός στον κόσμο. Και αυτή λοιπόν συνεορταζόταν με τη βάπτιση κατά την εορτή της 6ης Ιανουαρίου. Και πάλι νέοι απολογισμοί ήρθαν να δικαιώσουν την κατά την 6η Ιανουαρίου γέννηση του Χριστού, αλλά και τον συνεορτασμό της την ιδία ημέρα με τη βάπτιση. Ο Χριστός, τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, έπρεπε να έχει τέλεια και πλήρη όλα όσα αφορούσαν και στον επί γης βίο Του. Τέλεια επομένως έπρεπε να είναι και τα έτη της επιγείου ζωής Του και όχι ελλιπή. Υπολόγιζαν ότι απέθανε επί του σταυρού 6 Απριλίου. Θα έπρεπε, κατά τους ανωτέρω συλλογισμούς αυτή να ήταν και η ημέρα της συλλήψεώς Του από την Παρθένο Μαρία, του Ευαγγελισμού. Επομένως η γέννησή Του μετά εννέα πλήρεις μήνες θα έπρεπε να συμπέσει με την 6η Ιανουαρίου. Εβαπτίσθη «αρχόμενος ωσεί ετών τριάκοντα» κατά τον ευαγγελιστή Λουκά (Κεφ. 3, 23), δηλαδή πάλι κατά την 6η Ιανουαρίου, εφ’ όσον η τελειότητα θα απαιτούσε και εδώ πλήρη τον αριθμό των ετών οπό της γεννήσεώς Του κατά την ημέρα της ενάρξεως της δημοσίας Του δράσεως. Συναφή προς την γέννηση του Χριστού γεγονότα, με τα οποία επεφάνη η Θεότητα του Χριστού, ήσαν και η προσκύνηση των ποιμένων και η δωροφορία των μάγων. Οι πρώτοι ήσαν οι αντιπρόσωποι του ιουδαϊκού λαού και οι δεύτεροι οι απαρχές των ειδωλολατρών, που αναγνώρισαν και προσκύνησαν πρώτοι τον επιφανέντα Υιό του Θεού. Και ο εορτασμός των δύο αυτών γεγονότων ήλθε να εμπλουτίσει το θέμα της εορτής των Θεοφανείων. Τα εορταζόμενα γεγονότα έγιναν ήδη τέσσερα. Αλλά και πέμπτο γεγονός Θεοφανείας εχομε στην αρχή της δράσεως του Κυρίου. Το πρώτο Του θαύμα στην Κανά της Γαλιλαίας, όπου κατά τον γάμο μετέβαλε το νερό σε οίνο. Και σημειώνει ο ευαγγελιστής Ιωάννης, που αφηγείται το περιστατικό: «Ταύτην εποίησεν αρχήν των σημείων ο Ιησούς εν Κανά της Γαλιλαίας και εφανέρωσε την δόξαν αυτού και επίστευσαν εις αυτόν οι μαθηταί αυτού». Η φανέρωση λοιπόν της θεϊκής δόξας του Χριστού στους μαθητές Του, η αρχή των σημείων Του, το θαύμα του γάμου της Κανά, προστέθηκε στα άλλα τέσσαρα εορταστικά θέματα. Επικρατέστερα όμως ήσαν τα δύο πρώτα εορταστικά θέματα, η γέννηση και η βάπτιση του Χριστού, που ο συνεορτασμός τους κατά την 6η Ιανουαρίου διατηρήθηκε επί μακρόν στην Ανατολή και μέχρι σήμερα εξακολουθεί να διατηρείται στην αρμενική Εκκλησία. Όταν κατά τον Δ΄ αιώνα εισήχθη οπό την Ρώμη και στην Ανατολή η εορτή των Χριστουγέννων της 25ης Δεκεμβρίου και βαθμηδόν επικράτησε και σ’ αυτή, το εορτολογικό περιεχόμενο της εορτής των Θεοφανείων διασπάσθηκε. Κατά τα Χριστούγεννα εορταζόταν η γέννηση και κατά τα Θεοφάνεια το εν Ιορδάνη Βάπτισμα. Αυτό ακριβώς είναι και το θέμα της σημερινής εορτής των Θεοφανείων. Η αποσυμφόρηση αυτή δεν έβλαψε, αλλ’ αντιθέτως ήταν προς όφελος της μεγάλης εορτής. Η μείωση της επιφανείας της έδωσε τη δυνατότητα της αναπτύξεώς της σε βάθος. Το βάπτισμα του Κυρίου, η κατ’ αυτό Θεοφάνεια, οι προτυπώσεις της Παλαιάς Διαθήκης, η επέκτασή του και οι συνέπειές του στη ζωή της Εκκλησίας, έδωσαν θαυμάσια και πλούσια θέματα στους ποιητές των ευχών και των ύμνων της εορτής και στους ιερούς εγκωμιαστές της. Ιδιαίτερη λαμπρότητα της δίδει η ακολουθία του μεγάλου αγιασμού, που σήμερα για την εξυπηρέτηση των πιστών τελείται δύο φορές, την παραμονή και μετά την λειτουργία της εορτής. Είναι μία παραστατική εξεικόνιση του βαπτίσματος του Κυρίου. Πρώτος, απαρχή του νέου λαού και κεφαλή, βαπτίζεται ο Χριστός και αγιάζει την κτίση των υδάτων για να δημιουργηθεί δι’ αυτών ο νέος κόσμος, η καινή κτίση, οι νέοι άνθρωποι, οι Χριστοφόροι και Θεοφόροι πιστοί. Κατά την παννυχίδα των Θεοφανείων, μετά τον αγιασμό του ύδατος και την μετάληψη και τον ραντισμό των πιστών, βαπτίζονταν σ’ αυτό οι κατηχούμενοι. Ήταν η εορτή «των Φώτων». Του «φωτισμού», του βαπτίσματος του Χριστού και των χριστιανών. Η υμνογραφία της εορτής των Θεοφανείων είναι απαράμιλλου κάλλους. Σ’ αυτήν περιλαμβάνονται έργα διασήμων αρχαίων υμνογράφων από τα λαμπρότερα της υμνογραφίας της Εκκλησίας μας. Στην ακολουθία του όρθρου της ημέρας της εορτής στους ειρμούς του πρώτου κανόνος, ποίημα του Κοσμά επισκόπου Μαϊουμά, του β´ ήχου, που ψάλλονται και ως καταβασίες στο τέλος των ωδών, συνδυάζονται κατά ένα θαυμαστό τρόπο τα θέματα της κάθε μιας ωδής προς το θέμα της εορτής: Η διάβαση της Ερυθρός Θαλάσσης και η διά του ύδατος σωτηρία του λαού· ο από τον παντοδύναμο Θεό στηριγμός της ταπεινής Άννας και η συντριβή του δράκοντος στο ύδωρ του βαπτίσματος· η προφητική φωνή του Αβακούμ και η φωνή του βοώντος εν τη ερήμω Βαπτιστού· το ειρηνικό κήρυγμα του Ησαΐα και το σωτήριο για τον Αδάμ έργο του ειρηνοποιού Χριστού στον Ιορδάνη· ο θρήνος «εν θλίψει» του Ιωνά και το κήρυγμα της μετανοίας του Προδρόμου· η δρόσος της καμίνου της Βαβυλώνος το άυλο πυρ που δέχθηκαν τα ρείθρα του Ιορδάνη και η υμνολογία της Μητέρας του βαπτισθέντος. Όλα αυτά, Παλαιά και Καινή Διαθήκη, τύπος και αλήθεια, συμπλέκονται σε μία υπερκόσμια συζυγία. (Ιωάννου Μ. Φουντούλη, «Λογική Λατρεία», εκδ. Πατερικό Ίδρυμα Πατερικών Μελετών, Θεσ/νίκη 1971, σ.354-361-απόσμασμα) |
Πλήρωμα και περιτομή
Πώς θα πάει το νέο έτος, που πριν από λίγο ανέτειλε; Όπως… το πάμε εμείς! Ο χρόνος είναι ένα άλογο, που πηγαίνει όπου το οδηγεί ο καβαλάρης. Δεν είναι αυτόνομος ο χρόνος. Μόνος του δεν περνάει. Τύχη δεν υπάρχει. Στην ανύπαρκτη θεά Τύχη πιστεύουν μόνο όσοι αρχίζουν τη νέα χρονιά παίζοντας χαρτοπαίγνιο. Ο χρόνος είναι χρήμα. Οι αρχαίοι έλεγαν: «Χρόνου φείδου». Και ο απόστολος Παύλος λέγει: «Βλέπετε πως περιπατείτε, εξαγοραζόμενοι τον καιρόν, ότι αι ημέραι πονηραί εισίν». Κι όπως το χρήμα λέγεται έτσι, διότι το χρησιμοποιούμε, έτσι και ο χρόνος είναι κάτι που χρησιμοποιείται. Χρήμα και χρόνος, δύο αγαθά, που αρχίζουν από ΧΡ, και που τότε αξιοποιούνται όταν τα προσφέρουμε σε κάποια άλλη λέξη που αρχίζει κι αυτή από ΧΡ· όταν τα προσφέρουμε στο Χριστό. Χρήμα και χρόνος δοσμένα στο Χριστό. Η καλύτερη επένδυση του χρόνου και του χρήματος είναι ο Χριστός. Ένας χρόνος έφυγε. Ή μάλλον, ένα χρόνο ολόκληρο μας τον έκλεψαν. Υπάρχουν κλέφτες, που ληστεύουν τράπεζες. Υπάρχουν ιερόσυλοι, που κλέβουν εκκλησίες, ιερές εικόνες και ιερά αντικείμενα, Αλλ’ υπάρχουν και κλέφτες, που κλέβουν το χρόνο μας. Για τέτοιους ιερόσυλους, που κλέβουν ό,τι πολύτιμο έχουμε, το χρόνο μας, το ενδιαφέρον μας, την προσοχή μας, το μυαλό μας, την καρδιά μας, μιλάει ο απόστολος Παύλος στο Αποστολικό ανάγνωσμα της εορτής της Περιτομής. Εφιστώντας την προσοχή μας λέγει ο μεγάλος Απόστολος: «Βλέπετε μη τις υμάς έσται ο συλαγωγών δια της φιλοσοφίας και κενής άπατης, κατά την παράδοσιν των ανθρώπων, κατά τα στοιχεία του κόσμου, και ου κατά Χριστόν» (Κολασ. 2, ![]() Οδός - Δένδρο – Οικοδομή «Κατά Χριστόν»! Να η πορεία μας για το νέο χρόνο. Ο Χριστός είναι η οδός. Να βαδίσουμε την οδό του Κυρίου την ευθεία. Είναι η οδός, που ασφαλώς μας οδηγεί στη θέωση, στην αιώνια ζωή. Η ζωή μας είναι μία πορεία. Αν συνεχίσουμε την πορεία πάνω στο δρόμο, που φαντάζει μεν με τα φαντασμαγορικά φώτα της κοσμικής χαράς, αλλ’ είναι γεμάτος παγίδες και νάρκες, το αποτέλεσμα το γνωρίζουμε: Για τον εαυτό μας άγχος και μελαγχολία. Για την οικογένεια μας γκρίνια και διάλυση. Για την κοινωνία μας ατιμία και έγκλημα. Για την πολιτεία μας αναρχία. Για τον κόσμο πόλεμοι και ακοές πολέμων. Θα βάλουμε μυαλό; Θα μας συνετίσει η τραγωδία του παρελθόντος; Εάν ναι, τότε θ’ αλλάξουμε πορεία. «Δι’ άλλης οδού» θα επιστρέψουμε στη χαμένη πατρίδα της χαράς, στο παλάτι της ευτυχίας, στη βασιλεία των ουρανών. Και η οδός αυτή είναι ο Χριστός. «Ως ουν παρελάβετε τον Χριστόν Ιησούν τον Κύριον, εν αυτώ περιπατείτε» (Κολασ. 2,6). Η ζωή μας είναι ένα δένδρο. Ανεβασμένοι πάνω στα κλαριά του, απολαμβάνουμε τη γλυκύτητα της ζωής. Αλλά δεν βλέπουμε τι γίνεται κάτω, στις ρίζες του δένδρου. Δύο ποντικάκια τις ροκανίζουν ακατάπαυστα, Το ένα μαύρο, το άλλο άσπρο. Είναι η ημέρα και η νύκτα. Αλληλοδιαδέχονται η μία την άλλη και κατατρώγουν τις ρίζες του δένδρου της ζωής μας. Κι ενώ εμείς, επαναπαυμένοι στη γλυκύτητα της ζωής, τραγουδάμε αμέριμνα και γλεντάμε, κάποιος κραδασμός ακούγεται. Το δένδρο της ζωής μας ξαφνικά σωριάζεται κάτω. Υπάρχει τρόπος να γίνει αειθαλές το δένδρο της ζωής μας, να είναι πάντοτε δροσερά τα φύλλα του, να είναι πάντοτε γλυκείς οι καρποί του; Ναι! Όταν ρίζα της ζωής μας έχουμε τον Ιησού Χριστό. Το λέγει ο απόστ. Παύλος: «Ερριζωμένοι εν αυτώ» (Κολασ. 2, 7). Η ζωή εν Χριστώ δεν μαραίνεται ποτέ. Το δένδρο, που έχει ρίζα το Χριστό, δεν πεθαίνει. Απλώς μεταφυτεύεται από το θερμοκήπιο του χρόνου στον κήπο της αιωνιότητας. Όσοι είναι ριζωμένοι στο Χριστό, αυτοί δεν γερνάνε ποτέ. Ζουν την α ιώνια νεότητα. Η ζωή μας είναι μια οικοδομή. Πολλά σπίτια γκρεμίζονται. Και αν δεν τα γκρεμίσουν οι άνθρωποι για να κτίσουν άλλα, τα γκρεμίζει η μπουλντόζα του χρόνου, η φθορά της πολυκαιρίας. Και οι πνευματικές οικοδομές γκρεμίζονται. Γέμισε ο κόσμος από ερείπια και συντρίμμια. Οικογένειες γκρεμίζονται και διαλύονται. Όνειρα γκρεμίζονται και σβήνουν. Μόνο μια οικοδομή δεν γκρεμίζεται ποτέ. Εκείνη, που έχει θεμέλιο, ακρογωνιαίο λίθο, το Χριστό. Γι’ αυτό λέγει ο Παύλος: «Εν αυτώ εποικοδομούμενοι…» (Κολασ. 2, 7). Το πλήρωμα της θεότητος Συνοπτικά ο νέος χρόνος θα πάει καλά, αν περπατήσουμε σταθερά την οδό του Χριστού, αν έχουμε ρίζα και θεμέλιο το Χριστό. Αν ζήσουμε «κατά Χριστόν». Και για να μη νομίσουμε, πως αυτή είναι μια ωραία φράση, που την λέμε ασυναίσθητα, όπως λέμε το «Χρόνια πολλά», ο απόστολος Παύλος μας παρουσιάζει τι είναι για μας ο Ιησούς Χριστός. 1. Ο Χριστός για την πίστη μας είναι «το πλήρωμα της θεότητος». «Εν αύτω κατοικεί παν το πλήρωμα της θεότητος σωματικώς» (Κολασ. 2, 9). Ο Θεός ολόκληρος κατοικεί παντού, διότι βρίσκεται παντού. Και ο Χριστός είναι ολόκληρη η θεότητα. Ο Χριστός δεν είναι κτίσμα της θεότητας, αλλ’ ούτε είναι και μέρος της θεότητας. Είναι πλήρης η θεότητα. Είναι όλος ο Θεός. Είναι βέβαια ο Υιός και Λόγος του Θεού, δεν είναι ο Θεός Πατέρας, αλλ’ είναι ένα με το Θεό Πατέρα. «Εγώ και ο Πατήρ εν έσμεν (Ιωάν. 10,30), διεκήρυξε. Ας το ακούσουν oι Χιλιαστές, οι αντίχριστοι αυτοί διαστρεβλωτές της αλήθειας. Σαφέστατα το λέγει ο Παύλος: «Εν αυτώ (τω Χριστώ) κατοικεί παν το πλήρωμα της θεότητος σωματικώς». Και για να μη νομίσει κανείς, ότι πρόκειται για συμβολική παρουσία και ενοίκηση της θεότητας, προσθέτει ο Παύλος: «σωματικώς». Μέσα στο σώμα, που προσέλαβε κατά τη σάρκωσή του ο Υιός και Λόγος του Θεού, κατοικεί το πλήρωμα της θεότητας, ολόκληρη η θεότητα. Άλλωστε δεν υπάρχει θεότητα χωρίς πλήρωμα. Η θεότητα είναι αμέριστη, ακομμάτιαστη. Είναι «Τριάς ομοούσιος και αχώριστος». Ο Χριστός περιτέμνεται σαν άνθρωπος. Αυτό, το οκτώ ημερών βρέφος, που υφίσταται την Ιουδαϊκή σαρκική περιτομή, είναι ο μεγάλος και τέλειος Θεός, «ο οκταήμερος κατά την Μητέρα, ο Άναρχος κατά τον Πατέρα. Αυτώ βοήσωμεν· Συ ει ο Θεός ημών, ελέησον ημάς» (από τα στιχηρά του Εσπερινού της εορτής), 2. Ο Χριστός είναι και το πλήρωμα του Μωσαϊκού Νόμου. Με την περιτομή του εφαρμόζει και σ’ ένα ακόμη σημείο το Νόμο. «Και νόμον εκπληρών, περιτομήν θελήσει καταδέχη σαρκικήν» (από το απολυτίκιο της εορτής). Το πλήρωμα της ζωής μας 3. Ο Χριστός είναι και το δικό μας πλήρωμα. Η σάρκα, την οποία προσέλαβε και συνέκλεισε μέσα της το πλήρωμα της θεότητας, περιλαμβάνει κι εμάς. Το «σωματικώς» αναφέρεται σ’ ολόκληρη την ανθρώπινη φύση, στην οποία ανήκουμε κι εμείς. Ο Θεός είναι «ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών». Γεμίζει τα σύμπαντα με την αόρατη παρουσία του. Στην περίπτωση δε του σαρκωμένου Θεού, του Ιησού Χριστού, έχουμε και κάτι το ξεχωριστό. Ο Θεός γέμισε και γεμίζει τα σύμπαντα και με την ορατή παρουσία του, ως Θεάνθρωπος. Δεν έχουμε απλώς το πλήρωμα του Θεού· έχουμε το πλήρωμα του Θεανθρώπου. Ο Θεάνθρωπος γέμισε την ύπαρξη της Παναγίας Μητρός του. Ο ίδιος είναι το πλήρωμα του αγίου Ποτηρίου, στο μυστήριο της θ. Ευχαριστίας. Ο Άρτος, που ρίπτει ο λειτουργός στο αγ. Ποτήριο, είναι ολόκληρος ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός. Γι’ αυτό και λέγει εκείνη την ώρα: «Πλήρωμα ποτηρίου, Πίστεως, Πνεύματος Αγίου. Αμήν». Ο θεάνθρωπος Χριστός είναι και το πλήρωμα της ζωής μας. Γι’ αυτό λέγει ο Παύλος: «Και εστέ εν αυτώ πεπληρωμένοι» (Κολασ. 2, 10). Η ζωή μας είναι τρόπον τινά ένα άγιο Ποτήριο, που πρέπει να είναι γεμάτο Χριστό. Φαντασθείτε ένα άγιο Ποτήριο, να το αρπάζει χέρι ασεβούς και να το βεβηλώνει, όπως ο Βαλτάσαρ την παλαιά εποχή έκλεψε τα σκεύη του ναού των Ιεροσολύμων και τα μετέτρεψε σε κρασοπότηρα. Φαντασθείτε το άγιο Ποτήριο γεμάτο από ακαθαρσίες. Ανατριχιάζουμε και με τη σκέψη, και με τη φανταστική υπόθεση ενός τέτοιου θεάματος. Και όμως, αδελφοί μου! Στην πραγματικότητα κάτι τέτοιο συμβαίνει. Εμείς, μόνοι μας, με τη θέλησή μας, προσφέρουμε το άγιο Ποτήριο της υπάρξεώς μας στο Διάβολο, για να το γεμίσει ακαθαρσίες. Είμεθα «πεπληρωμένοι», γεμάτοι από αμαρτίες. Και φυσικά, όσοι είναι γεμάτοι από αμαρτίες, είναι άδειοι πνευματικά. Συμβαίνει κάτι το οξύμωρο: Όσο γεμίζουμε τη ζωή μας με αμαρτίες, υλικά πράγματα, κοσμικές επιδιώξεις, τόσο αισθανόμεθα ένα απέραντο κενό μέσα μας. Το πλήρωμα του κόσμου είναι άδειασμα της ψυχής . Είναι κενός ο σύγχρονος άνθρωπος. Τίποτε δεν τον γεμίζει. Και προ παντός είναι άδειος από χαρά. Κι αυτό, διότι είναι άδειος από Χριστό. Ο Χριστός για τον πιστό είναι το πλήρωμα της ζωής. Όπως δεν μπορούμε να κομματιάσουμε το Χριστό και να δεχθούμε το μισό Χριστό, το Χριστό μόνο σαν άνθρωπο ή το Χριστό μόνο σαν Θεό, έτσι δεν μπορούμε να κομματιάσουμε το Χριστό στη ζωή μας και να πούμε: «Δέχομαι μόνο εκείνες ή εκείνες τις εντολές του Χριστού, τις άλλες τις απορρίπτω». Ούτε έχουμε δικαίωμα να διχάσουμε τον εαυτό μας και να δώσουμε λίγο χρόνο στο Χριστό, λίγο στο Διάβολο· λίγο ενδιαφέρον για το Χριστό, λίγο για την αμαρτία· τις μισές μέρες στο Χριστό, τις μισές στο Διάβολο· τις μισές Κυριακές στον εκκλησιασμό, τις άλλες μισές στις εκδρομές ή στον ύπνο. Ο Χριστός είναι το πλήρωμα. Γεμίζει ολόκληρη τη ζωή μας. Αν ο χρόνος εκθλιφθεί σαν ένα ποτήρι, αρκετά ποτήρια προηγουμένων ετών τα γεμίσαμε με άχρηστα, περιττά ή και βρώμικα πράγματα. Το ποτήρι ή τα ποτήρια των υπολοίπων ετών της ζωής μας ας τα γεμίσουμε με «ευωδία Χριστού». «Αρκετός γαρ ημίν ο παρεληλυθώς χρόνος του βίου το θέλημα των εθνών κατεργάσασθαι, πεπορευμένοις εν ασελγείαις, επιθυμίαις, οινοφλυγίαις, κώμοις, πότοις και αθεμίτοις ειδωλολατρίαις» (Α’ Πέτρ. 4, 3). Με το Χριστό ποτέ δεν υφίσταται κενό, ποτέ μοναξιά, ποτέ κατάθλιψη στην ψυχή μας. Το πλήρωμα του Χριστού είναι πλήρωμα χαράς. Πνευματική περιτομή Ο Χριστός τέλος είναι η περιτομή μας. Η δική του περιτομή σημαίνει δύο πράγματα: Συγκατάβαση και προτύπωση. Ταπείνωση και διδασκαλία. Άκρα ταπείνωση η γέννηση του Υιού του Θεού μέσα στο σπήλαιο. Άκρα συγκατάβαση η επισφράγιση του χριστού Κυρίου με τη σφραγίδα της σαρκικής περιτομής, «Συγκαταβαίνων ο Σωτήρ τω γένει των ανθρώπων, κατεδέξατο σπάργανων περιβολήν ουκ εβδελύξατο σαρκός την περιτομήν, ο οκταήμερος κατά την Μητέρα, ο άναρχος κατά τον Πατέρα…» (από τα στιχηρά του εσπερινού της εορτής). Έχει όμως, όπως είπαμε, και τον τυπωτικό και διδακτικό χαρακτήρα της η περιτομή. Προτυπώνει και συμβολίζει τη δική μας πνευματική περιτομή. Για την περιτομή αυτή, την «αχειροποίητο», μιλάει ο απόστολος Παύλος: «Εν ω και περιετμήθητε περιτομή αχειροποιήτω εν τη απεκδύσει του σώματος των αμαρτιών της σαρκός, εν τη περιτομή του Χριστού» (Κολασ. 2,11). Με την Ιουδαϊκή περιτομή κοβόταν ένα μικρό, ελάχιστο, τμήμα από την άκρη της σάρκας του αγοριού. Η περιτομή αυτή, μετά Χριστόν, είναι άχρηστη. Ήταν τύπος κάποιας ουσίας. Ήταν η σκιά κάποιου ήλιου. Η ουσία και ο ήλιος ήλθε. Ο τύπος και η σκιά δεν χρειάζονται. Γι’ αυτό ψάλλουμε: «Παρήλθεν η σκιά του νόμου, της χάριτος ελθούσης» (από το δοξαστικό του εσπερινού του β ‘ ήχου). Νέα περιτομή ισχύει για τους χριστιανούς. Κόβονται και αποβάλλονται οι αμαρτίες και τα πάθη του παλαιού ανθρώπου. Είναι «περιτομή καρδίας εν πνεύματι, ου γράμματι» (Ρωμ. 2, 29). Η Ιουδαϊκή περιτομή γινόταν με το χέρι ανθρώπου. Η νέα περιτομή γίνεται με τη χ ά ρ η του Αγίου Πνεύματος. Ο άνθρωπος δεν αλλάζει χωρίς Πνεύμα Άγιο. Εύκολα αλλάζει το πουκάμισό του, βγάζοντας το παλαιό και φορώντας νέο. Δύσκολα ξεντύνεται τον παλαιό άνθρωπο. Χρειάζεται η χάρις, η δύναμη του Αγίου Πνεύματος. Στην Ιουδαϊκή περιτομή χρησιμοποιούσαν μαχαίρι κοφτερό. Στην πνευματική περιτομή μαχαίρι είναι ο Χριστός. Αγαπητοί! Αν παρουσιασθεί πάνω στο σώμα μας κάποιο απόστημα ή κάποιος όγκος, αμέσως καταφεύγουμε στο γιατρό. Κι εκείνος δίνει αμέσως εντολή: -Χρειάζεται μαχαίρι! Αμέσως να γίνει χειρουργική επέμβαση! Γεμίσαμε όγκους και αποστήματα. Είναι οι κακοήθεις όγκοι των παθών, τα αποστήματα της αμαρτίας. Με ημίμετρα δεν θεραπεύεται η ψυχή μας. Με καταπλάσματα και αλοιφές δεν σωζόμαστε. Χρειάζεται μαχαίρι. Από δικής μας πλευράς μαχαίρι είναι η απόφαση. Από πλευράς του Θεού είναι το μαχαίρι της αγάπης του, της χάριτος του. Κύριε, όσο κι αν πονέσουμε, κόψε μας τα πάθη μας με το μαχαίρι της αγάπης σου. Ένα ποθούμε: Ν’ απαλλαγούμε. Χωρίς πάθη, ή, έστω, με λιγότερα πάθη, να ζήσουμε τον υπόλοιπο βίο. Αγνότεροι και καθαρότεροι. Κάνε να δεχθούμε «παθών την περιτομήν». Να υποστούμε την εγχείρηση, το ξερίζωμα των αμαρτιών μας. Σύμφωνα με το δικό σου θέλημα «τον επίλοιπον εν σαρκί βιώσαι χρόνον» (Α’ Πέτρ. 4, 2). |
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ 2022
Ένας Άγιος της Εκκλησίας μας, αδελφοί μου, ο Άγιος Ιερώνυμος, θέλησε κάποτε να γιορτάσει τα Χριστούγεννα με διαφορετικό τρόπο , από κάθε άλλη φορά και όλο τον άλλο κόσμο. Πήγε λοιπόν στη Βηθλεέμ, κλείστηκε στο σπήλαιο όπου γεννήθηκε ο Χριστός, κι εκεί έμεινε για να περάσει τη νύχτα της Γέννησης του Θεανθρώπου , γονατιστός μπροστά στη Φάτνη και προσευχόμενος. Όλη την νύχτα λοιπόν στην προσευχή του έλεγε : « Χριστέ μου, που απόψε γεννάσαι εσύ σ’ αυτόν τον κόσμο, ποιο δώρο σαν ανταπόδωμα θα ήθελες να προσφέρω στη γέννηση Σου ;» Απαρίθμησε όλα όσα είχε απαρνηθεί, όσα προσέφερε για χάρη Του. Περιουσία, μόρφωση, ανέσεις, τα πάντα. Τη ζωή μου, έλεγε, απόψε να ζητήσεις θα στη χαρίσω. Απάντηση όμως δεν έπαιρνε. Αυτός συνέχισε να μιλά στο Θεό με πιο πολύ θέρμη ακόμη. Ώσπου κατά τα μεσάνυχτα άκουσε φωνή εξ ουρανού που ανταποκρινόταν στο αίτημα του . «Ιερώνυμε, όλα όσα μου λες ότι μου πρόσφερες μέχρι τώρα ή προτίθεσαι να μου δώσεις για μένα είναι άχυρα». -«Και η ζωή μου Κύριε και όσα έχω προσφέρει σε Σένα τόσα αξίζουν ;»Και η απάντηση ήτανε «Ναι». -«Τι άλλο λοιπόν Κύριε , θέλεις να σου προσφέρω απόψε στη γέννηση Σου»; -« Κάτι ζητώ από σένα Ιερώνυμε και από όλους τους ανθρώπους, που μπορείς να μου δώσεις . -Ζητώ τις αμαρτίες σου ,ζητώ την καρδιά σου. Εγώ ήλθα στον κόσμο για να φέρω τη λύτρωση και τη σωτηρία των ανθρώπων». Αγαπητοί Χριστιανοί. Χριστούγεννα του 2022 και όλοι μας έχουμε μπει για τα καλά στο χορό της υποδοχής της μεγάλης, όπως λέμε, εορτής. Παρά τη κρίση με τα συμπτώματα και τις επιπτώσεις της οποίας βομβαρδιζόμαστε καθημερινά, κρίση οικονομική, κρίση ενεργειακή, κρίση θεσμών, κρίση παντού, τα μάτια μας θαμπώνουν απ’ το φως και την πολυχρωμία λες και ζούμε σ΄ ένα κόσμο παραμυθένιο. Δέντρα Χριστουγεννιάτικα ξεφύτρωσαν εδώ κι εκεί, κι η Ελλάδα ως διά μαγείας μετατράπηκε σ’ ένα απέραντο δάσος. Πάρκα, δρόμοι, πλατείες ολόφωτες δίνουν το εορταστικό παρόν με την φαντασμαγορική ομορφιά τους. Τα καταστήματα καταστόλιστα. Οι βιτρίνες τους ολόφωτες, προσπαθούν να δελεάσουν και τον πιο απαιτητικό καταναλωτή. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, στο χορό κι αυτά της υποδοχής. Και τι δεν μας προβάλουν, όλες αυτές της μέρες, για να μας μεταφέρουν το πνεύμα των Χριστουγέννων. Από τις χίλιες δυο Χριστουγεννιάτικες διαφημίσεις, για να μη λείψει τίποτε απ’ το γιορτινό τραπέζι μαςû τους τυχερούς πρωτοχρονιάτικους κρατικούς λαχνούς, για να ζήσουμε ζωή χαρισάμενη από δω και πέραû τα λαμπρά χαμόγελα των επίσημα γραβανταρισμένων παρουσιαστών και των προκλητικών παρουσιαστριώνû μέχρι και τις ημίγυμνες αγιοβασίληδες που κατήντησαν κι αυτές το αναπόσπαστο μέλος του δωδεκαημέρου. Κι εμείς, έρμαια στη δίνη της νεοεποχήτικης αυτής λαίλαπας, ξυπόλυτοι στ’ αγκάθια του καταναλωτισμού, τρέχουμε με ιλιγγιώδη ταχύτητα για να προφθάσουμε να γιορτάσουμε, όπως προωθούν οι εγκέφαλοι της εποχής. Φτάσαμε στο σημείο να κάνουμε και εορτοδάνεια, για να μπορέσουμε να ανταποκριθούμε στις σύγχρονες απαιτήσεις. Βάζουμε στο τραπέζι μας μαύρο χαβιάρι, για να γιορτάσουμε τη γέννηση του Χριστού, και μετά… το πληρώνουμε μέχρι τα επόμενα Χριστούγεννα. Αυτά όμως, αδελφοί μου, είναι τα Χριστούγεννα; Για όλα αυτά ήρθε ο Χριστός στη γη; Έτσι ζούμε το ακατανόητο αυτό μυστήριο, το «πάντων καινόν καινότατον μυστήριον» και γονατίζουμε νοερά στη φάτνη του Χριστού μας; Ο Χριστός ήλθε ανάμεσα μας, για να ζήσουμε λίγες μέρες πρόσκαιρης χαράς, γλεντιού και κραιπάλης, ξεχαρβαλώματος για την ακρίβεια, και μετά και πάλι στην αθλιότητα και στον πόνο; Στην ίδια μίζερη συνέχεια; Η φτηνή και επίπλαστη ευχαρίστηση της στιγμής είναι το νόημα της «Θεοφανείας», όπως αποκαλούν τον ερχομό του Θεού στη γη οι πατέρες της Εκκλησίας; Όχι, αδελφοί μου! Χίλιες φορές όχι! Για τίποτε από όλα αυτά δεν μας επισκέφθηκε ο Θεός. Ο Θεός ήλθε στη γη για να αναδημιουργήσει τον κόσμο. Για να φτιάξει «καινούρια κτίσματα». Για να εμπνεύσει στους ανθρώπους νέες ιδέες, νέα αισθήματα, νέα ιδανικά, νέες προϋποθέσεις ζωής. Ο Θεός ήλθε σε μας για να πάρει εμάς κοντά Του. Ήλθε για πράγματα που καμιά σχέση δεν έχουν με τα κοσμικά καταναλωτιστικά Χριστούγενναû τα πλαστά Χριστούγεννα των πολυεθνικών. Χριστός ήλθε για να ψάξει και να βρει το «απολωλός». Ο Χριστός ήλθε για να σώσει τον λαό του από τις αμαρτίες του. Ο Χριστός ήλθε στη γη για να μας αποκαλύψει το Θεό. Ήλθε για να κατεβάσει χαμηλά τον ουρανό, για να μπορέσουμε εμείς να τον φθάσουμε. Ήλθε για να μας δείξει το δρόμο της απλότητας, της ταπείνωσης, της συγκατάβασης, της συμφιλίωσης, της αγάπης. Ήλθε για να μας δείξει το δρόμο της λύτρωσης και της σωτηρίοας. Αυτά είναι τα Χριστούγενναû τα πραγματικά Χριστούγεννα. Είναι τρόπος ζωής, τρόπος και σκοπός ύπαρξης. Είναι αναθεώρηση αντιλήψεων, σκέψεων, αποφάσεων, ενεργειών. Χριστούγεννα είναι αγάπη. Χριστούγεννα είναι χαρά. Χριστούγεννα είναι ειρήνη. Χριστούγεννα είναι ελπίδα. Χριστούγεννα είναι προσφορά. Χριστούγεννα είναι ο Θεός ανάμεσα μας. Αγαπητοί Χριστιανοί. Για μια ακόμη φορά δισχιλιοστή δευτέρα περιμένουμε τα Χριστούγεννα. Σε τρεις μόλις μέρες οι καμπάνες, με χαρμόσυνα χτυπήματα θα μας καλέσουν για να ακούσουμε και πάλι το «Δεύτε ίδωμεν πιστοί που εγεννήθη ο Χριστός»! Κι εμείς, αν βέβαια μας επιτρέψει η βαρεμάρα μας και το αποβραδινό ξενύχτι να σηκωθούμε στις 5 τα χαράματα, θα πάμε στην Εκκλησία, θ’ ακούσουμε ότι η Γέννηση του Χριστού «ανέτειλε στον κόσμο το φως το της γνώσεως», ίσως κάποιοι θυμηθούν να κοινωνήσουν, θα επιστρέψουμε στα σπίτια μας και μετά; Θα μείνουμε μετά με την ιδέα ότι Χριστούγεννα είναι ότι μας παρουσιάζουν οι αρχιτέκτονες της ζωής μας; Θα μείνουμε στα πολύχρωμα λαμπιόνια στα προσποιητά χαμόγελα του χαζόκουτου που επιστημονικά ονομάζεται τηλεόραση και στα παραγεμισμένα στομάχια μας; Θα μείνουμε βυθισμένοι στα αγαθά της καταναλατωτικής κοινωνίας μας, κλεισμένοι στον εαυτό μας, αδιαφορώντας για το διπλανό μας και για οτιδήποτε άλλο; Θα ξεχάσουμε πως χρέος μας είναι να προσκυνάμε το νεογέννητο Χριστό και όχι τα φανταχτερά είδωλα του κόσμου; Όχι αδελφοί μου. Οι Χριστουγεννιάτικες καμπάνες που και πάλι θ’ αντηχήσουν απ’ άκρο σ’ άκρο της οικουμένης, καλώντας τους πιστούς στη Θεία Γέννηση του Σωτήρος Χριστού, καλούν τον καθένα μας στη βίωση του μεγάλου τούτου Μυστηρίου. Και θα το βιώσουμε, αυτό το υπέρλογο Μυστήριο αν κάνουμε φάτνες τις καρδιές μας για να χωρέσει μέσα ο «αχώρητος παντί». Αν συνοδοιπορήσουμε μυστικά μαζί με τους ποιμένες και ταπεινά γονατίσουμε μπροστά του. Αν ακολουθήσουμε τους Μάγους και του προσφέρουμε δώρο την άδολη πίστη μας. Αν στο πρόσωπο του συνανθρώπου μας δούμε Αυτόν για τον οποίο κοπτόμαστε πως γιορτάζουμε όλες αυτές τις μέρες. Αν κατορθώσουμε να πούμε ΟΧΙ στα φτιαχτά Χριστούγεννα, τα χωρίς Χριστό Χριστούγεννα, που κάθε χρόνο και πιο επιτακτικά μας επιβάλουν «οι γνωστοί άγνωστοι» να ζήσουμε. Γι’ αυτό λοιπόν «Να μη στήσουμε χορούς, - μας λέει ο Άγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος - αδελφοί, ούτε να στολίσουμε τις πλατείες… Να μην επιδοθούμε στις απολαύσεις της γεύσης, ούτε να ψάξουμε για τα καλύτερα φορέματα, για τη λάμψη των διαμαντιών και του χρυσού, για τα βαψίματα που αλλοιώνουν το πρόσωπο, τη θεία εικόνα… Να μην παραδοθούμε στα μεθύσια και τα άσωτα γλέντια που πάνε μαζί με την ασέλγεια… να μην προσπαθούμε να ξεπεράσουμε ο ένας τον άλλον στη χλιδή… Να μην γεμίσουμε τη γη και τη θάλασσα μ’ αυτήν την ,πολύτιμη για μας ακαθαρσία!… Όλα αυτά τα κάνουν οι ειδωλολάτρες. Αυτοί έχουν θεούς που χαίρονται με τις μυρωδιές των κρεάτων και τους λατρεύουν με τον ηδονισμό της κοιλιάς. Πονηροί καθώς είναι έφτιαξαν και προσκυνούν πονηρούς θεούς… Αλλά η δική μας τρυφή να είναι ο λόγος του Θεού… Να ταξιδέψουμε μαζί με ,τον αστέρα, να προσφέρουμε στον Κύριο μας δώρα μαζί με τους μάγους. Να τον δοξάσουμε και να τον ανυμνήσουμε μαζί με ,τους βοσκούς και τους αγγέλους…Κι αν είναι να φύγουμε μαζί Του στην Αίγυπτο, ας φύγουμε. Ωραίο πράγμα να διωκόμαστε μαζί με το Χριστό!… Να τον ακολουθήσουμε ύστερα σ’ όλα τα στάδια της ζωής Του… Να σιωπήσουμε μαζί Του μπροστά στον Ηρώδη. Να δεχτούμε το φραγγέλιο, τη χολή, το όξος, τα ραπίσματα, τους κολαφισμός, το ακάνθινο στεφάνι του δύσκολου δρόμου που βαδίζει στη ζωή του όποιος αγαπά το Θεό, το πορφυρό ρούχο, το καλάμι, τη γελοιοποίηση από εκείνους που εμπαίζουν την αλήθεια… και τέλος τη σταύρωση και την ταφή μαζί Του, για να αναστηθούμε και να συμβασιλεύσουμε μαζί Του!…» (Αγ. Γρηγορίου του Θεολόγου «Λόγος εις τα Θεοφάνεια, ήγουν εις τα γενέθλια του Σωτήρος» Λόγος 38ος P.G. 36,312 – 333). Αναρτήθηκε από π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΛΕΝΤΑΣ |
Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως -«Τέξεται δε υιόν και καλέσεις το όνομα αυτού Ιησούν∙ αυτός γαρ σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών».
Σε λίγες μέρες έρχονται τα Χριστούγεννα, εορτή η οποία είναι μία εκ των μεγαλυτέρων εορτών της Χριστιανοσύνης. Η μητρόπολη των εορτών, όπως την ονομάζει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Θα εορτάσουμε τα Χριστούγεννα και θα θυμηθούμε το πώς γεννήθηκε στη φάτνη της Βηθλεέμ ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός. Ιησούς! Το ομορφότερο και γλυκύτερο όνομα που ακούστηκε στο πλανήτη της γης. Αλλά ταυτόχρονα και το πιο παρεξηγημένο όνομα που έγινε αιτία διαχωρισμού του κόσμου μας στα δύο. Στους πιστούς και τους απίστους. Στους ανθρώπους που αγωνίζονται να εφαρμόσουν στη ζωή τους τα διδάγματα του Χριστού και στους ανθρώπους που είναι ενάντιοι του Χριστού. Από την ώρα που στη Βηθλεέμ γεννιόταν ο Χριστός, ο Ιδρυτής της Εκκλησίας μας, ο κόσμος μας χωρίστηκε στην προ Χριστού και στην μετά Χριστόν εποχή. Ιησούς! Είναι το γλυκύτερο όνομα. Γιατί; Επειδή το ύμνησαν πρώτα όχι άνθρωποι αλλά οι άγγελοι. Και τούτο συνέβη όταν οι άγγελοι στη Βηθλεέμ έψαλλαν ενώπιον των ποιμένων το «δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία». Ιησούς! Είναι ακόμα το αγιότερο πρόσωπο της ιστορίας. Είναι η πιο μεγάλη και ιερή μορφή όλων των αιώνων. Η παρουσία του πάνω στο πρόσωπο της γης στάθηκε βάλσαμο παρηγοριάς για κάθε πονεμένο άνθρωπο. Στους θλιβομένους είναι η παραμυθία. Ο Χριστός είναι τέλος, το κυριότερο, ο Σωτήρας μας από την αμαρτία. Είναι ο λυτρωτής του γένους των ανθρώπων. Λίγες μέρες μας απέμειναν για να εορτάσουμε το χαρμόσυνο τούτο μήνυμα της Γεννήσεως του Θεανθρώπου. Και η Εκκλησία, όλος ο Χριστιανικός κόσμος, χαίρεται και αγάλλεται. Ο δε Ευαγγελιστής Ματθαίος, θέλοντας να τονίσει ότι ο Ιησούς εκτός από Τέλειος Θεός είναι και Τέλειος άνθρωπος, αναφέρει το γεννεαλογικό Του δένδρο. Αναφέρει τους προγόνους του Χριστού γιατί κατά το νόμο του Μωϋσή ο Χριστός είχε προγόνους. Ακόμα και ο Ιωσήφ, που ήταν προστάτης της Παναγίας και του Χριστού, φαίνεται στο νόμο ως πατέρας Του. Όλοι μας όμως γνωρίζουμε ότι ο Πατέρας του Χριστού δεν βρίσκεται στη γη αλλά στους ουρανούς. Έτσι άγγελος Κυρίου εμφανίζεται στον μνήστωρα Ιωσήφ, όπως βλέπουμε στο Ευαγγελικό ανάγνωσμα, και του μηνύει ότι η γυναίκα που φυλάγει και προστατεύει, η Υπεραγία Θεοτόκος, θα φέρει στο κόσμο παιδί. Το παιδί αυτό όμως δεν θα είναι σαν τα άλλα παιδιά. Θα γεννηθεί εκ Πνεύματος αγίου και Μαρίας της Παρθένου. Και τέλος, αναγγέλλει ο άγγελος στον Ιωσήφ και το όνομα του παιδίου. Τι του λέει; Το όνομα του παιδιού θα είναι Ιησούς γιατί, όπως λέει πάλι ο άγγελος, δικαιολογώντας το όνομα αυτό, «ούτος γαρ σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών». Ιησούς λοιπόν το όνομα του Θείου Βρέφους. Με το όνομα αυτό περνά στην ιστορία. Είναι όνομα Θεοδώρητο. Δεν το’ δωσαν, αδελφοί μου, άνθρωποι αλλά ο ίδιος ο Θεός μέσω του αγγέλου. Ο Θεός, λέει ο απ. Παύλος, «εχαρίσατο ημίν όνομα, το υπερ παν όνομα», στο οποίο, όπως λέει πάλι στους Φιλιππησίους ο Παύλος, «παν γόνυ κάμψη, επουρανίων, και επιγείων και καταχθονίων». Όλοι πρέπει να προσκυνούμε το Χριστό γιατί σ’ Αυτόν αρμόζει κάθε δόξα. Το όνομα του Ιησού έγινε το στήριγμα των αδυνάτων και αδικημένων. Έγινε το φως όλων εκείνων που πορεύονται στα μονοπάτια αυτής της ζωής. Το όνομα του Ιησού έγινε η ειρήνη πάνω στο πρόσωπο της γης. Θα μου πείτε, όμως. Υπάρχει σήμερα ειρήνη; Δεν υπάρχει, πράγματι, διότι λείπει η πίστη στο όνομα του Ιησού. Αν είχαμε ακράδαντη πίστη στον Ιησού θα είχαμε και ειρήνη πάνω στο πλανήτη της γης. Τι να σημαίνει, όμως, αυτό το όνομα Ιησούς; Είναι εβραϊκή λέξη και σημαίνει σωτήρ. Και ο Χριστός είναι ο μεγαλύτερος Σωτήρας γιατί μας έσωσε από τις αμαρτίες μας. Μας έσωσε από τον ανθρωποκτόνο διάβολο. Γιατί πριν έρθει ο Χριστός στο κόσμο ο διάβολος είχε εξουσία πάνω στους ανθρώπους. Όμως από την ώρα που το άστρο της Βηθλεέμ έδειξε το τόπο που γεννήθηκε ο Χριστός, αυτόματα γεννήθηκε και η ελπίδα στις ψυχές των ανθρώπων. Γεννήθηκε η ελπίδα για τη νίκη του ανθρώπου εναντίον του διαβόλου. Ο Ιησούς είναι ο Σωτήρας μας. Ο Λυτρωτής του κόσμου. Υπήρξε η προσδοκία των Εθνών, η γλυκειά απαντοχή όλων των αιώνων, η ελπίδα του περιουσίου λαού του Θεού, το όραμα των Πατριαρχών, το κήρυγμα των προφητών, ο αναμμενόμενος Μεσσίας. Και ήρθε για να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ ουρανού και γής. Πριν την έλευση του Χριστού στη γη ο άνθρωπος ήταν εχθρός του Θεού εξαιτίας της αμαρτίας. Όμως ο Χριστός γεννώμενος άνθρωπος ένωσε τα διεστώτα, Θεό και άνθρωπο, και μας έδωσε τη δυνατότητα να σωθούμε δι’ Αυτού. «Ουκ έστι εν άλλω ουδενί η σωτηρία ειμή δια του Ιησού Χριστού» λέει στο Ιουδαϊκό συνέδριο ο απ. Πέτρος. Ο Χριστός ήρθε στο κόσμο από απέραντη αγάπη για τον άνθρωπο. Ο Ιησούς μας έδωσε αιώνια παράκληση και ελευθερία και τη χαρά της αιωνίου ζωής. Ετοιμαζόμαστε για τα Χριστούγεννα. Πως θα εορτάσουμε τούτη την εορτή; Άς ξεχάσουμε, αδελφοί, την κοσμοχαλασιά που γίνεται γύρω μας. Άς λησμονήσουμε για λίγο το εορταστικό περίγυρο, τους φωταγωγημένους δρόμους, τις στολισμένες βιτρίνες, το θόρυβο της αγοράς, τη κίνηση των ανθρώπων και την ανταλλαγή δώρων και ευχών, και άς αναρωτηθούμε: Ποια θέση έχει μέσα μας ο Χριστός; Πολύ φοβούμαι ότι η απάντηση που θα λάβω είναι εντελώς αρνητική. Ακόμα και για μας τους χριστιανούς ο Χριστός είναι ο μεγάλος απών της ζωής μας. Είναι ο βαθειά λησμονημένος, ο άγνωστος. Οι πολλοί, δυστυχώς, γιορτάζουμε Χριστούγεννα χωρίς Χριστό. Χωρίς τα χείλη μας να τον αναφέρουν, χωρίς η καρδιά μας να τον πιστεύει και να τον αγαπά. Χωρίς ο νους μας να τον σκέπτεται. Χωρίς η ύπαρξή μας να αισθάνεται τη χαρά της λυτρώσεως. Χωρίς η ζωή μας να τον έχει οδηγό και κυβερνήτη της. Χριστούγεννα όμως χωρίς Χριστό είναι ουτοπία, είναι ένα μεγάλο ψέμα. Είναι μόνο ένα κοινωνικό γεγονός, ένας τύπος, που η αξία του έγκειται μονάχα σε κάποια εναλλαγή που προσφέρει στον σημερινό άνθρωπο, ο οποίος βασανίζεται από τη ρουτίνα της καθημερινότητας και το άγχος των βιωτικών φροντίδων. Αλλοίμονο, όμως, αν ο Χριστός ήρθε στο κόσμο για κάτι τέτοιο. Γι’ αυτό, αν θέλουμε να εορτάσουμε αληθινά Χριστούγεννα, άς προσέξουμε αδελφοί και να κατανοήσουμε τη σημασία του μεγάλου αυτού γεγονότος. Να νοιώσουμε το μήνυμα της εορτής. Οφείλουμε να αναζητήσουμε μαζί με τους μάγους τον Ιησού. Ο Κύριος και η Εκκλησία Του να γίνει το κέντρο και ο άξονας του εορτασμού. Το γλυκύτατο όνομα του Ιησού να είναι στα χείλη μας. Το όνομα, το υπέρ παν όνομα, να είναι στα χείλη όλων των χριστιανών. Να τον δοξάζουμε και να τον υμνούμε με τόλμη και θάρρος. Με πίστη και λαχτάρα. Γράφει ο απ. Παύλος προς τους χριστιανούς της Ρώμης: «εάν ομολογήσης εν τω στόματί σου Κύριον Ιησούν και πιστέψης εν τη καρδία σου ότι ο Θεός Αυτόν ήγειρεν εκ νεκρών, σωθήση». Και ο άγ. Νικόδημος ο αγιορείτης αναρωτιέται: «Τι ούν μακαριώτερον; Τι ευδαιμονέστερον; Ή τι γλυκύτερον είναι ή το να μελετά τις το ένδοξον, το τερπνόν και πολυπόθητον όνομα του Ιησού Χριστού; Ποία δε έννοια και ενθύμησις είναι χαριεστέρα και Θειοτέρα από της εννοίας και ενθυμήσεως του σωτηρίου και Θεοπρεπούς, φοβερού ονόματος του Ιησού;» Σ’ όλους δε ημάς που ετοιμαζόμαστε για τα Χριστούγεννα ο προφήτης Ησαίας παραγγέλει: «βοάτε το όνομα Αυτού, αναγγείλατε εν τοις έθνεσι τα ένδοξα Αυτού, μιμνήσκεσθε ότι υψώθη το όνομα Αυτού». Ο Χριστός ακόμα να είναι μέσα στη καρδιά μας. Ο μεγάλος ένοικος της καρδιάς μας να είναι ο Ιησούς. Ο Υψηλός Επισκέπτης, η πρώτη μας αγάπη, ο κορυφαίος μας πόθος, ο αληθινός έρωτάς μας. Το να κατοικεί μέσα μας ο Χριστός είναι το ιερώτερο και μεγαλύτερο δείγμα της αγάπης του ανθρώπου προς τον Θεό. Ο Παύλος, μια καρδιά που αξιώθηκε να αγαπά βαθειά τον Ιησού, έγραφε: «Τις ημάς χωρίσει από της αγάπης του Χριστού; Θλίψις ή διωγμός, ή στενοχωρία ή μάχαιρα;» Τίποτα απ’ όλα αυτά. Τέλος, ο Χριστός να βρίσκεται μέσα στην ζωή μας. Στην οικογένειά μας, στην εργασία μας, ακόμα και στη ψυχαγωγία μας. Οδηγός της ζωής μας να είναι ο Χριστός. Ο Ιησούς είναι ο ελευθερωτής. Άς τον παρακαλέσουμε να μας λυτρώσει από τα δεσμά της αμαρτίας και των παθών μας. Είναι το φώς. Άς τον ικετεύσουμε να έρθει και να φωτίσει τα σκοτάδια της ζωής μας. Είναι η αλήθεια. Άς τον γνωρίσουμε. Είναι η χαρά. Άς τον παρακαλέσουμε να διώξει το πόνο και τις θλίψεις της ζωής μας.. Να τον παρακαλέσουμε ακόμη να διώξει και την αδικία φέρνοντας τη δική του δικαιοσύνη στη γη μας. Να φωτίσει τους άρχοντές μας ούτως ώστε να κυβερνούν τον κόσμο μας με αγάπη και ειρήνη. Αδελφοί μου! Οι μάγοι πήγαν στη Βηθλεέμ και έδωσαν τα δώρα τους. Έδωσαν τα δώρα της αγάπης τους. Χρυσό, λιβάνι και σμύρνα. Εμείς να δώσουμε στο Χριστό την αγάπη μας, την πίστη μα και την ευλάβειά μας με ταπείνωση. Και να τον προσκυνήσουμε νοερά μαζί με τους ποιμένες της Βηθλεέμ και τους μάγους της Ανατολής. Να τον προσκυνούμε δε με αγάπη και πίστη προς Αυτόν ψάλλοντας μαζί με τους αγγέλους του Θεού το «δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία». |
Κυριακή ΙΑ΄ Λουκά (Των Προπατόρων) –Το μεγάλο μήνυμα της παραβολής του Μεγάλου Δείπνου
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ – ΚΘ΄ Κυριακής: Κολ. γ ' 4 -11 ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ: Λουκ. ιδ΄ 16-24 ≪Ουδείς τών άνδρών εκείνων τών κεκλημένων γεύσεταί μου του δείπνου≫ Σήμερα, Κυριακή τών άγιων Προπατόρων, τιμούμε τή μνήμη τών δικαίων τής Παλαιάς Διαθήκης. Στό εύαγγελικό άνάγνωσμα άκούσαμε τήν παραβολή του Μεγάλου Δείπνου: Ένας άνθρωπος παρέθεσε ≪δείπνον μέγα≫, μεγάλο βραδινό συμπόσιο, καί κάλεσε πολλούς. Τήν ώρα του Δείπνου έστειλε τον δούλο του στούς καλεσμένους γιά την τελική πρόσκληση, έκείνοι όμως άρνήθηκαν προβάλλοντας διάφορες δικαιολογίες. Ό οικοδεσπότης οργίστηκε και διέταξε τόν δούλο του άρχικά μέν να οδηγήσει στό Δείπνο τούς φτωχούς καϊ άναπήρους της ττόλεως, κατόπιν δέ τούς άστέγους πού έμεναν έξω άπό αύτήν. Διότι, κατέληξε ό οικοδεσπότης, κανείς άπό εκείνους τούς προσκεκλημένους δέν θά γευθεΐ τό Δείπνο μου. Τό Μέγα Δείπνο συμβολίζει τή Βασιλεία τών Ούρανών. ’Άς δούμε λοιπόν σήμερα ποιές άρετές πρέπει νά έχουμε γιά νά άξιωθοϋμε τής Βασιλείας των Ούρανών. 1. Έμπρακτος πόθος για την Βασιλεία Οί προσκεκλημένοι άρνήθηκαν την πρόσκληση στό Δείπνο λόγω άλλων άσχολιών. Ό ένας είπε ότι είχε άνάγκη νά πάει νά δεί τό χωράφι πού μόλις είχε άγοράσει, ό άλλος ότι ήθελε νά δοκιμάσει στό όργωμα τά πέντε ζευγάρια βόδια πού έπίσης μόλις είχε άγοράσει, και ό τρίτος είπε ότι παντρεύτηκε. Δέν ήταν έφάμαρτες οί άπασχολήσεις τους- τις προτίμησαν όμως άπό το Δείπνο. Άπορροφήθηκαν άπό τις έγκόσμιες άσχολίες καί τις οικογενειακές άνέσεις καί φροντίδες τους. Έδωσαν τήν καρδιά τους στά έπίγεια καί όχι στα ούράνια άγαθά, καί γι’ αύτό άποκλείσθηκαν άπό τό Δείπνο τής Βασιλείας. 'Επομένως γιά νά συμμετάσχουμε στο Δείπνο, πρέπει νά τό θέλουμε- όχι όμως άπλώς νά τό θέλουμε - διότι καί έκεΐνοι οί προσκεκλημένοι πιθανόν νά τό ήθελαν, άλλά τελικά τούς κέρδισαν άλλα- πρέπει νά τό ποθούμε ολόψυχα, νά λαχταρά ή καρδιά μας, νά ζοΰμε αύτό πού λέμε στό Σύμβολο τής Πίστεως: ≪Προσδοκώ άνάστασιν νεκρών καί ζωήν του μέλλοντος αίώνος≫. Άλλά γιά νά είναι ειλικρινής ό πόθος μας αύτός, θά πρέπει νά είναι έμπρακτος. Στή ζωή μας καί στήν καρδιά μας νά δώσουμε τήν πρώτη θέση στό Χριστό- νά άπαρνηθοϋμε ό,τι μάς χωρίζει άπό ’Εκείνον, καί περισσότερο άπό όλα νά μάς ένδιαφέρει πώς θά εύαρεστήσουμε στόν Κύριο. Κάθε πράξη, λόγος, σκέψη μας νά ύπηρετεί τό όνειρό μας, τή συμμετοχή μας στό Μεγάλο Δείπνο. Τότε θά είμαστε έτοιμοι νά θυσιάσουμε τά πάντα γιά τόν Χριστό, καί όχι τον Χριστό γιά οτιδήποτε άλλο. 2. Ταπεινοφροσύνη Ό Κύριος δίδαξε τήν Παραβολή κατά τή διάρκεια ένός γεύματος στό σπίτι ένός Φαρισαίου άρχοντα. Οί άκροατές Του ήταν Φαρισαίοι καί νομοδιδάσκαλοι (βλ. Λουκ. ιδ' 1-15). Αύτοί θεωρούσαν ότι ήταν άξιοι τής Βασιλείας τού Θεού καθώς ήταν ’Ιουδαίοι, φυσικοί άπόγονοι τού πατριάρχη Αβραάμ, άλλά και βαθείς γνώστες καί πιστοί τηρητές του Μωσαϊκού Νόμου. Μάλιστα περιφρονούσαν τούς άνθρώπους τού λαού για τή θρησκευτική τους άγνοια καί πολύ περισσότερο τούς έθνικούς, δηλαδή τούς μή ’Ιουδαίους, καί τούς θεωρούσαν άποκλεισμένους άπό τή Βασιλεία. Ό Κύριος λοιπόν στήν Παραβολή παρουσιάζει αύτές τις τρεις τάξεις άνθρώπων κατά τήν άλαζονική άντίληψη των Φαρισαίων: τούς προσκεκλημένους, πού είναι οί άρχοντες τού ’Ισραήλ- τους φτωχούς τής πόλεως, πού είναι οί άπλοι ’Ιουδαίοι- τούς άστέγους πού έμεναν έξω άπό τήν πόλη, πού είναι οί έθνικοί. Οί πρώτοι άποκλείσθηκαν, ένώ οί ύπόλοιποι έλαβαν μέρος. Γιατί άποκλείσθηκαν; Διότι περιφρόνησαν τήν κλήση του Θεοΰ, ή όποία τούς έγινε διά τού Κυρίου Ιησού Χριστού- διότι δέν ταπεινώθηκαν άπέναντί Του, δέν δέχθηκαν τό κήρυγμά Του, δέν πίστεψαν σ’ ’Εκείνον. Δηλαδή τελικά άποκλείονται άπό τη Βασιλεία τού Θεού όσοι θεωρούν τον έαυτό τους έπίσημο προσκεκλημένο, έκλεκτό τού Θεού- ένώ άξιώνονται της Βασιλείας τών Ούρανών ≪οί πτωχοί τω πνεύματι≫, οί ταπεινοί. Αύτοί συναισθάνονται τήν άμαρτωλότητά τους, την άναξιότητά τους νά παραστοΰν στό Μέγα Δείπνο, καί γι’ αύτό ≪άναγκάζονται εισελθείν≫. 'Η ταπεινοφροσύνη έλκύει τή Χάρι τού Θεού. Ή ταπεινοφροσύνη εισάγει στή Βασιλεία τού Θεού. …………………….. Σέ λίγες ήμέρες θά γιορτάσουμε Χριστούγεννα, τήν ένανθρώπηση τού Υίού καί Λόγου τού Θεού, τήν όποία τόσο πόθησαν οί δίκαιοι Προπάτορες. Να τήν γιορτάσουμε κι έμείς μέ παρόμοια διάθεση, μέ ίερό πόθο καί βαθιά ταπείνωση. Νά μήν ξεχαστούμε μέ τά ψώνια, τις έπισκέψεις καί τις άλλες έργασίες, άλλά στις ήμέρες πού άπομένουν, να έτοιμάσουμε τήν ψυχή μας. Νά άνταποκριθούμε στή θεία κένωση καί συγκατάβαση μέ τήν άπόφαση νά ζήσουμε με βαθύτερη ύπακοή στό Σωτήρα τού κόσμου, πού γεννιέται στή Βηθλεέμ. Νά έξομολογηθούμε, νά προσευχηθούμε περισσότερο, νά μελετήσουμε σχετικά, νά έμβαθύνουμε στό μεγάλο μυστήριο τής θείας ένανθρωπήσεως. Νά έτοιμαστούμε γιά νά κοινωνήσουμε. Έτσι, θα ζήσουμε τήν πνευματική χαρά τής Εορτής καί θά έξέλθουμε άπό τό άγιο Δωδεκαήμερο γεμάτοι ψυχικά, άνανεωμένοι, πνευματικότεροι. |
ΚΥΡΙΑΚΗ Ι ΛΟΥΚΑ Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΣΥΓΚΥΠΤΟΥΣΗΣ (Λουκ. 13, 10 - 17)
Ο Χριστός ξέρει τον πόνο μας Ακούσαμε στο Ευαγγέλιο ότι ο Κύριος είχε πάει σε ένα χωριό της Παλαιστίνης. Ήταν Σάββατο και οι Εβραίοι είχαν μαζευτεί στη συναγωγή τους, δηλαδή στην εκκλησία του χωριού τους. Εκεί ο Χριστός έκανε το κήρυγμά Του. Ενώ μιλούσε, τα μάτια όλων είχαν καρφωθεί στο πρόσωπό Του και η προσοχή τους ήταν στραμμένη στην ακρόαση του λόγου Του. Και ήταν φυσικό, να θέλουν να ακούσουν ό,τι περισσότερο για να ωφεληθεί η ψυχή τους. Ξαφνικά κάτι τράβηξε την προσοχή τους και για μια στιγμή ξέχασαν το λόγο του Θεού. Ήταν εκεί μία γυναίκα που φαινόταν να μην δίνει καμία σημασία στα όσα έλεγε ο Χριστός. Ήταν σκυμμένη κάτω και φαινόταν εντελώς αδιάφορη. Όσοι δεν την γνώριζαν άρχισαν τα σχόλια: «Μα τι κάνει αυτή η γυναίκα; Έχει επίγνωση πού βρίσκεται; Γιατί κάθεται έτσι μέσα στην Εκκλησία; Και μάλιστα την ώρα που ακούγεται ο λόγος του Θεού;». Αλλά η απορία τους αυτή διασαφηνίστηκε γρήγορα, γιατί τους είπαν κάποιοι: «Αυτή η γυναίκα δεν κάθεται έτσι από καταφρόνηση. Είναι συγκύπτουσα. Δεν μπορεί να σηκώσει το κεφάλι της προς τα πάνω. Γιατί; Ποιος να το ξέρει;». Μερικοί άλλοι είπαν: «Δαιμόνιο την έχει πιάσει και την έχει φέρει σ’ αυτή την κατάσταση. Είναι δεκαοχτώ χρόνια που την ταλαιπωρεί». Δύσκολα θα καταφέρει κανείς να μπει στην καρδιά ενός πονεμένου ανθρώπου εάν δεν έχει και ο ίδιος πονέσει. Γιατί συνήθως καταλαβαίνουμε μόνο τον δικό μας πόνο. Των άλλων τον πόνο προσπαθούμε να τον καταλάβουμε μόνο συγκρίνοντάς τον με ανάλογο πόνο δικό μας. Αλλά ποιος μπορεί έτσι να μετρήσει του άλλου τον πόνο; Ο Χριστός όμως, ο καρδιογνώστης Θεός, ξέρει και τον πόνο και τα βάσανα του καθενός. Ξέρει και την αξία του καθενός. Και το ήξερε ο Κύριος, ότι η γυναίκα αυτή βρισκόταν εκείνη την στιγμή στην Εκκλησία με το κεφάλι κάτω αλλά με την καρδιά «άνω». Όπως ακριβώς οφείλουμε να είμαστε και εμείς όταν βρισκόμαστε στην Εκκλησία. Γιατί ερχόμαστε στην Εκκλησία αποκλειστικά και μόνο γι’ αυτό: Για να σκύψουμε το κεφάλι μας ενώπιον του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού όλες τις στιγμές της Θείας Λειτουργίας. Αλλά ιδιαίτερα όταν ακούμε το παράγγελμα του ιερέως: «Τας κεφαλάς ημών τω Κυρίω κλίνατε». Ή όταν τον βλέπουμε να ευλογεί και να λέει: «Ειρήνη πάσι». Ή: «Η χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και η αγάπη του Θεού και Πατρός και η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος είη μετά πάντων υμών». Τότε σκύβουμε το κεφάλι κάτω, ανυψώνουμε την καρδιά μας προς τα επάνω και λέμε: «Θεέ μου, στείλε μου την χάρη σου και την δωρεά σου. Προστάτεψέ με. Καθάρισέ με από τις αμαρτίες μου. Αγίασέ με. Πάρε με κοντά σου. Δυνάμωσέ με εναντίον της αμαρτίας. Παράλαβέ με στη Βασιλεία σου». Προσπάθησε μόνο να με κρατήσεις Και ο Κύριος που ήξερε και έβλεπε πόσο αυτή η γυναίκα, η συγκύπτουσα, είχε «άνω την καρδίαν», γύρισε και την φώναξε. Αυτή με το μπαστουνάκι της, χωρίς να μπορεί να σηκώσει τα μάτια της να τον κοιτάξει, σκυμμένη κάτω, πήγε κοντά του και ο Χριστός της είπε: -Γύναι, απολέλυσαι από της ασθενείας σου. Σε ελευθερώνω από την αρρώστια σου. Και αμέσως σηκώθηκε όρθια. Μόλις είπε ο Χριστός τα παντοδύναμα λόγια Του, εκείνα που έχτισαν τον κόσμο, αμέσως η αρρώστια έφυγε και η γυναίκα σηκώθηκε όρθια. Και αφού σηκώθηκε όρθια, μέσα στη χαρά της δεν ξέχασε τον ευεργέτη της, έπεσε κάτω και τον προσκύνησε και τον ευχαρίστησε. Εμείς έχουμε έλθει στην Εκκλησία όπως η συγκύπτουσα είχε πάει στη συναγωγή. Ερχόμαστε για να δοξολογήσουμε τον Χριστό. Για να Τον ευχαριστήσουμε διότι έγινε για μας άνθρωπος για να μας αγιάσει, για να μας σώσει. Μπαίνουμε στην Εκκλησία και κοιτάζουμε την ιερά Του μορφή και με τα μάτια του σώματος αλλά κυρίως με τα μάτια της ψυχής μας. Και ευχαριστούμε τον Κύριο για την απέραντη καλωσύνη Του και την φιλανθρωπία Του. Θυμόμαστε ότι σταυρώθηκε για μας. Τον παρακαλούμε ταπεινά όσο είμαστε μέσα στην Εκκλησία με τη σκέψη μας, με τις κινήσεις μας, με την παρουσία μας, να είναι κοντά μας. Να μας προστατεύει. Να μας αγιάζει. Κάποτε μία ευλαβής γυναίκα παρακαλούσε τον σύζυγό της, που δεν πήγαινε ποτέ Εκκλησία: -Έλα να πάμε στην Εκκλησία μαζί. Εκείνος έλεγε: -Και τι να κάνω εκεί; Δεν τα καταλαβαίνω αυτά που διαβάζουν. Και διάφορες άλλες «προφάσεις εν αμαρτίαις» γιατί ήταν ένας άνθρωπος που είχε ξεχάσει την ψυχή του. Το μυαλό του ήταν στην ταβέρνα, στα κρασάκια, στη φλυαρία και στα αγροτικά. Αυτά ήταν η μέριμνα της ζωής του. Για την ωφέλεια της ψυχής του δεν ασχολιόταν ποτέ. -Έλα να πάμε. Θα ακούσεις ωραία πράγματα. -Δεν τα καταλαβαίνω, δεν τα ξέρω εγώ αυτά, έκανε εκείνος. -Έλα, του έλεγε. Και άμα δεν θέλεις να ακούσεις και νομίζεις πως δεν καταλαβαίνεις τα λόγια του Θεού κοίταξε μόνο την εικόνα του Χριστού. Ρίξε μια ματιά στο Σταυρό του Χριστού. Κοίταξέ Τον, πίσω από την αγία Τράπεζα σταυρωμένο για μας. Θα ‘ρθει ωφέλεια στην ψυχή σου. Τελικά τον κατάφερε και πήγε στην Εκκλησία. Αλλά μια και δεν είχε διάθεση για προσευχή κοίταζε συνέχεια τον Εσταυρωμένο. Κάποια στιγμή αναρωτήθηκε: -Για ποιον σταυρώθηκε ο Χριστός; Αμέσως του ήρθε στο νου η απάντηση: «Για μας τους αμαρτωλούς». Και αφού έκανε την σκέψη ότι «σταυρώθηκε ο Χριστός για μένα τον αμαρτωλό», η χάρη του Θεού του έδωσε στην ψυχή κατάνυξη και συναίσθηση. Έκανε το Σταυρό του και είπε: «Κύριε δυνάμωσέ με να ελευθερωθώ από τον κακό εαυτό μου. Και να γίνω και εγώ καλός χριστιανός. Και σου δίνω τον λόγο μου, θα τα κόψω όλα. Όλα». Βγήκε από την Εκκλησία και κράτησε το λόγο του. Το λέμε αυτό γιατί όλοι μέσα στην Εκκλησία κάνουν καλές σκέψεις. Εκεί όλοι λέμε: «Θεέ μου, θέλουμε να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι, πιο αφοσιωμένοι σε σένα, πιο καθαροί απ’ ό,τι είμαστε μέχρι σήμερα». Αλλά όταν βγαίνουμε έξω τα ξεχνάμε. Δεν είναι καλή κατάσταση να ξεχνάμε τις υποσχέσεις μας στο Χριστό. Πρέπει να αγωνιζόμαστε να τις τηρούμε όλες με ακρίβεια. Γιατί; Εμείς, όταν μιλάμε με κάποιον και μας πει μια κουβέντα, θέλουμε να είναι συνεπής. Άμα είναι συνεπής, τον αγαπάμε και τον έχουμε στη καρδιά μας. Ο καρδιογνώστης Θεός έτσι μας θέλει. Και μάλιστα περισσότερο από όσο θέλομε εμείς συνεπείς απέναντί μας τους φίλους μας και τους συνανθρώπους μας. Γιατί ήρθαμε σήμερα στην Εκκλησία; Γιατί αναζητούμε τον Θεό. Ψάχνουμε να Τον βρούμε. Ζητάμε την χάρη Του και την προστασία Του. Γι’ αυτό κάνουμε το Σταυρό μας, γι’ αυτό προσευχόμαστε στο σπίτι μας, γι’ αυτό νηστεύουμε. Μας λέγει ο Θεός: «Δεν θα με αναζητούσες, αν δε με είχες στην καρδιά σου. Εσύ νομίζεις ότι απλώς με αναζητείς, αλλά εγώ είμαι μέσα στη καρδιά σου. Προσπάθησε μόνο να με κρατήσεις εκεί». Λέει ένας σοφός της σύγχρονης εποχής: «Χωρίς Θεό είσαι χωρίς άγκυρα. Μακριά από τον Θεό είσαι φτωχός και γυμνός. Κοντά στο Θεό είσαι πλούσιος και γεμάτος χαρά». Να γιατί ερχόμαστε στην Εκκλησία. Η μεγαλύτερη αρετή Αφού ο Χριστός έκανε καλά την συγκύπτουσα, οι άνθρωποι ενθουσιάστηκαν. Και άρχισαν να Τον επαινούν και να Τον δοξάζουν. Αυτό κακοφάνηκε στον αρχισυνάγωγο και άρχισε να Τον κατηγορεί. Όχι στα ίσα. Δεν τόλμησε να τα βάλει με τον Χριστό. Τα έβαλε με την φτωχή γυναικούλα που είχε θεραπευθεί. Της έλεγε: -Έξι μέρες είναι που πρέπει να εργαζόμαστε. Αν εσύ θέλεις να πας στο γιατρό, δεν επιτρέπεται να πηγαίνεις ημέρα Σάββατο. Πρέπει να πας εργάσιμη ημέρα. Αλλά όπως βλέπω εσύ κουβαλήθηκες εδώ, όχι για να λατρεύσεις τον Θεό, αλλά για να σε κάνει καλά. Αμάρτησες. Την ημέρα την εβδόμη την αφιερώνουμε στον Θεό. Τις άλλες έξι πάμε να θεραπευθούμε. Μα τι κόπο είχε κάνει ο Χριστός για να την θεραπεύσει; Δυό λόγια είπε. Και εκείνη δεν πήγε επίτηδες. Ο Χριστός είπε: «σε ελευθερώνω από την ασθένεια». Πες και συ σε έναν άρρωστο, «σε ελευθερώνω από την ασθένεια». Ή ας έλθει ο καλύτερος γιατρός του κόσμου να το πει. Τι θα γίνει με την κουβέντα του; Απολύτως τίποτε. Πώς λοιπόν ελευθερώθηκε η συγκύπτουσα; Με τη δύναμη του Θεού. Αφού ο Θεός το θέλησε έτσι, το αποδεχόμαστε σαν οδηγία για τη ζωή και την σκέψη μας. Δεν επιτρέπεται στα έργα του Θεού να κάνουμε τον σοφό και τον έξυπνο. Γιατί η μεγαλύτερη σοφία είναι πάντοτε του Θεού. Και η μεγαλύτερη αρετή του ανθρώπου είναι να ομολογεί ότι είναι κατώτερος και μικρότερος από τον Θεό. Ο άνθρωπος που δεν θέλει να ομολογήσει ότι είναι μικρότερος από τον Θεό και έχει ανάγκη από τον λόγο Του, ζημιώνει τον εαυτό του διότι μόνο κοντά στο Θεό υπάρχει εγγύηση καλής πορείας. Ας στεκόμαστε σωστά ενώπιον του Κυρίου. Που σημαίνει: Εγώ είμαι αμαρτωλός. Εγώ φταίω. Δεν μου φταίνε οι άλλοι. Ούτε ο νόμος του Θεού. Μπορώ όμως να αγωνιστώ, να μετανοήσω και να διορθώσω το μυαλό μου με βάση το νόμο του Θεού. Όλα τα άλλα είναι «προφάσεις εν αμαρτίαις». |
1-10 of 1274